Κωνσταντινούπολη - Ι.Ν. Εισοδίων της Θεοτόκου "Παναγία του Πέραν"Ειδικοί Τεχνικοί Σύμβουλοι για τον ποιοτικό έλεγχο των εργασιών και των υλικών στις «Εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης του καλλιτεχνικού διακόσμου του Ι.Ν. Εισοδίων της Θεοτόκου “Παναγία του Πέραν” στην Κωνσταντινούπολη».
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ
Ο Ι.Ν. των Εισοδίων της Θεοτόκου κτίσθηκε κατόπιν αδείας του Σουλτάνου Σελίμ Γ΄, η οποία παρασχέθηκε δια φιρμανίου της 22ας Ιουνίου 1804, που εξεδόθη και με την μέριμνα και συμβολή του Μεγάλου Διερμηνέα της Υψηλής Πύλης Δημητρίου Μουρούζη. Αρχιτέκτων του Ναού ήταν ο Χατζή κομνηνός κάλφας. Κατά την παράδοση, το πρώτο κτίσμα ανοικοδομήθηκε μέσα σε μία νύχτα με την πάνδημη συμμετοχή των ενοριτών. Το κτίσμα αυτό ήταν πολύ μικρότερο του σημερινού, με ένα μόνο κλίτος, χωρίς κάποια διακόσμηση και εγκαινιάσθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1804 από τον Πατριάρχη Καλλίνικο τον Ε΄.
Το 1831, όταν ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο Β΄επέτρεψε την ανακαίνηση των εκκλησιών, ανακαινίζεται η ξύλινη στέγη του Ναού, προστίθενται δύο κλίτη και επισκευάζονται τα κελλιά στον περίβολο. Το 1837 αντικαθίσταται το σήμαντρο του Ναού με καμπάνα και διαμορφώνεται ο περίβολος. το 1860 διευρύνονται τα κλίτη και εντιχοίζεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Παμμακαρίστου, έργο του 15ου αιώνα, στην ανατολική πλευρά του δεξιού κλίτους.
Ανακαινίσεις εκτελούνται κατά τα έτη 1875, 1890 και το 1904, ενώ ο Ναός, ως έχει σήμερα, διαμορφώνεται το 1893. Είναι μία τεράστια, επιβλητική, πεντάκλιτη βασιλική, με μπαρόκ τέμπλο και η εικονογραφική της θεματολογίας είναι δανεισμένη από την Παλαιολόγεια Μονή της Χώρας.
Η αρχική είσοδος του περιβόλου του Ναού επικοινωνούσε με την οδό προς τα Μνηματάκια, τη σημερινή λεωφόρο Μεσρουτιγιέτ, και μόλις το 1867, στους γάμους του ηγεμόνα της Σάμου Κ. Φωτιάδη, προστίθεται νέα είσοδος προς τη Μεγάλη Οδό του Πέρα (σημερινή Ιστικλάλ Τσαντεσί). Έξι χρόνια αργότερα, το 1873, δημιουργείται και η τρίτη είσοδος προς τη δίοδο (στοά) Χατζοπούλου και πιθανώς κατασκευάζεται το κτήριο της εφορείας, το "Εφορείο" της Κοινότητας.
Κατά τον εορτασμό της εκατονταετηρίδος, το 1904, ο διαπρεπής αρχιτέκτονας Πάτροκλος Καμπανάκης σχεδιάζει αναμνηστικό μετάλλιο και το έντυπο τελετών στεφανώνεται με ένα τρίπτυχο κυκλικού σχήματος, όπου στα δύο μικρότερα μετάλλια απεικονίζονται οι όψεις του ναού όπως είναι σήμερα, τεκμήριο που αποδεικνύει το αναλλοίωτο του Ναού τα επόμενα εκατόν πέντε χρόνια. Το 1907, καταργείται το ξύλινο δικτυωτό διαχωριστικό του γυναικωνίτη και το 1911 ο ναός ηλεκτροδοτείται.
Το όλο συγκρότημα δεν συντηρήθηκε τα τελευταία πενήντα χρόνια. Η φυσική φθορά και οι καταστροφές του 2003 -με την έκρηξη βόμβας στο γειτονικό Γενικό Προξενείο της Μ. Βρεταννίας- επέβαλαν τη διάσωση του εκκλησιαστικού μνημείου. Με πρωτοβουλία της Α.Θ. Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, πραγματοποιήθηκαν εργασίες με την εξασφάλιση χρηματοδότησης από το Ίδρυμα Υποστηρίξεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση (N.G.O.) OECUMENICA.
Ο Ι.Ν. των Εισοδίων της Θεοτόκου κτίσθηκε κατόπιν αδείας του Σουλτάνου Σελίμ Γ΄, η οποία παρασχέθηκε δια φιρμανίου της 22ας Ιουνίου 1804, που εξεδόθη και με την μέριμνα και συμβολή του Μεγάλου Διερμηνέα της Υψηλής Πύλης Δημητρίου Μουρούζη. Αρχιτέκτων του Ναού ήταν ο Χατζή κομνηνός κάλφας. Κατά την παράδοση, το πρώτο κτίσμα ανοικοδομήθηκε μέσα σε μία νύχτα με την πάνδημη συμμετοχή των ενοριτών. Το κτίσμα αυτό ήταν πολύ μικρότερο του σημερινού, με ένα μόνο κλίτος, χωρίς κάποια διακόσμηση και εγκαινιάσθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1804 από τον Πατριάρχη Καλλίνικο τον Ε΄.
Το 1831, όταν ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο Β΄επέτρεψε την ανακαίνηση των εκκλησιών, ανακαινίζεται η ξύλινη στέγη του Ναού, προστίθενται δύο κλίτη και επισκευάζονται τα κελλιά στον περίβολο. Το 1837 αντικαθίσταται το σήμαντρο του Ναού με καμπάνα και διαμορφώνεται ο περίβολος. το 1860 διευρύνονται τα κλίτη και εντιχοίζεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Παμμακαρίστου, έργο του 15ου αιώνα, στην ανατολική πλευρά του δεξιού κλίτους.
Ανακαινίσεις εκτελούνται κατά τα έτη 1875, 1890 και το 1904, ενώ ο Ναός, ως έχει σήμερα, διαμορφώνεται το 1893. Είναι μία τεράστια, επιβλητική, πεντάκλιτη βασιλική, με μπαρόκ τέμπλο και η εικονογραφική της θεματολογίας είναι δανεισμένη από την Παλαιολόγεια Μονή της Χώρας.
Η αρχική είσοδος του περιβόλου του Ναού επικοινωνούσε με την οδό προς τα Μνηματάκια, τη σημερινή λεωφόρο Μεσρουτιγιέτ, και μόλις το 1867, στους γάμους του ηγεμόνα της Σάμου Κ. Φωτιάδη, προστίθεται νέα είσοδος προς τη Μεγάλη Οδό του Πέρα (σημερινή Ιστικλάλ Τσαντεσί). Έξι χρόνια αργότερα, το 1873, δημιουργείται και η τρίτη είσοδος προς τη δίοδο (στοά) Χατζοπούλου και πιθανώς κατασκευάζεται το κτήριο της εφορείας, το "Εφορείο" της Κοινότητας.
Κατά τον εορτασμό της εκατονταετηρίδος, το 1904, ο διαπρεπής αρχιτέκτονας Πάτροκλος Καμπανάκης σχεδιάζει αναμνηστικό μετάλλιο και το έντυπο τελετών στεφανώνεται με ένα τρίπτυχο κυκλικού σχήματος, όπου στα δύο μικρότερα μετάλλια απεικονίζονται οι όψεις του ναού όπως είναι σήμερα, τεκμήριο που αποδεικνύει το αναλλοίωτο του Ναού τα επόμενα εκατόν πέντε χρόνια. Το 1907, καταργείται το ξύλινο δικτυωτό διαχωριστικό του γυναικωνίτη και το 1911 ο ναός ηλεκτροδοτείται.
Το όλο συγκρότημα δεν συντηρήθηκε τα τελευταία πενήντα χρόνια. Η φυσική φθορά και οι καταστροφές του 2003 -με την έκρηξη βόμβας στο γειτονικό Γενικό Προξενείο της Μ. Βρεταννίας- επέβαλαν τη διάσωση του εκκλησιαστικού μνημείου. Με πρωτοβουλία της Α.Θ. Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, πραγματοποιήθηκαν εργασίες με την εξασφάλιση χρηματοδότησης από το Ίδρυμα Υποστηρίξεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση (N.G.O.) OECUMENICA.
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΥ ΔΙΑΚΟΣΜΟΥ
Οι κύριες αίτιες αλλοιώσεως των τοιχογραφιών ήταν δύο, ή εισερχομένη υγρασία και οι νεώτερες επεμβάσεις-συντηρήσεις-επισκευές πού έγιναν χωρίς μελέτες και με ασύμβατα υλικά, ώστε να επισκευασθούν οι παρατηρούμενες απώλειες της ζωγραφικής επιφάνειας (απολεπίσεις, αποφλοιώσεις, κλπ.). Επίσης τα εκκλησιαστικά ξυλόγλυπτα (τέμπλο, εικονοστάσια, άμβωνας, κλπ.) είχαν προσβληθεί από μικροοργανισμούς.
Η αποκατάσταση άρχισε από τις οροφογραφίες τού κεντρικού κλίτους και συνεχίστηκε στα στασίδια, στο τέμπλο, στον αρχιερατικό θρόνο, στον άμβωνα και στα εικονοστάσια των πλαγίων κλιτών.
Οι εργασίες πού προέβλεπε ή μελέτη ήταν, συνοπτικά, οι ακόλουθες:
− προληπτικές συγκρατήσεις ζωγραφικών επιφανειών και ετοιμόρροπων κονιαμάτων,
− στερέωση τού σαθρού υποστρώματος,
− στερέωση των απολεπίσεων, αποφλοιώσεων και αποκολλήσεων τού υποστρώματος της ζωγραφικής επιφάνειας,
− καθαρισμός βιολογική; προσβολής, αλάτων και λοιπών επικαθίσεων,
− καθαρισμός ζωγραφικών επιφανειών, και
− αισθητική αποκατάσταση (όχι συμπλήρωση).
'Όλες οι ανωτέρω εργασίες πραγματοποιήθηκαν σε όλον τον Ναό έκτος από την οροφή τού ισογείου των παραπλεύρων κλιτών, όπου το τελευταίο στάδιο της αισθητικής αποκατάστασης θα πραγματοποιηθεί αργότερα.
Τέλος και σύμφωνα με τις επιταγές των διεθνών συμβάσεων (διεθνούς Χάρτας συντηρήσεως τοιχογραφιών τού ICOMOS, 'Ινστιτούτου Συντηρήσεων των Η.Π.Α., Καναδικού 'Ινστιτούτου Συντηρήσεων) στις περιοχές όπου υπήρχε ολοκληρωτική απώλεια ζωγραφικής επιφάνειας δεν πραγματοποιήθηκε επιζωγράφιση αλλά συμπληρώθηκαν αυτές χρωματικά και επαναλήφτηκαν τα γραμμικά μοτίβα, ώστε ό θεατής αφ' ενός να έχει διδακτικά μία ολοκληρωμένη εικόνα αφ' έτερου να μην δημιουργείται σύγχυση ως προς την αυθεντικότητα της παραστάσεως.
Το Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος προέστη της καθιερωμένης Πατριαρχικής και Συνοδικής Θ. Λειτουργίας στο ναό της Παναγίας Σταυροδρομίου, επί τη εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου. Ταυτόχρονα τέλεσε και τα θυρανοίξια του ανακαινισθέντος ναού. Παρέστησαν ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στην Πόλη Βασίλειος Μπορνόβας, ο βουλευτής Αθηνών Τηλέμαχος Χυτήρης, μαζί με άλλους βουλευτές από την Ελλάδα, οφφικίαλοι της Μ.τ.Χ.Ε., παράγοντες της Ομογένειας.