ΔΕΛΤΙΟ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ Νο 380"Δημοτικό Θέατρο. Το στολίδι του Πειραιά"
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ
Το στολίδι του Πειραιά
Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ανεγέρθη με πρωτοβουλία του δημάρχου Τρύφωνα Μουτζόπουλου: θεμελιώθηκε τον Ιούνιο του 1884 από τον δήμαρχο Α. Σκυλίτση και εγκαινιάστηκε τον Απρίλιο του 1895 - επί δημαρχίας Θεόδωρου Ρετσίνα - σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ιωάννη Λαζαρίμου. Πρότυπό του είναι το παρισινό Θέατρο του Ωδείου (Th tre d Όd οn), σε μια περισσότερο απλοποιημένη ωστόσο κι εκσυγχρονισμένη μορφή. Η πεταλόσχημη, γαλλικού τύπου, αίθουσα, συνολικής χωρητικότητας 1.300 ως 1.500 θεατών αποτελείται από την πλατεία (auditorium), δύο σειρές θεωρείων, εξώστη και υπερώο. Διαθέτει υποσκήνιο μεγάλου ύψους και πύργο σκηνής καθώς και δύο κλιμακοστάσια προσβάσιμα στο συνολικό ύψος της σκηνής.
Ο Λαζαρίμος κατασκεύασε ένα θέατρο με πολλούς βοηθητικούς χώρους, ενώ φρόντισε ιδιαιτέρως την πλαστική και μορφολογική ανάδειξη των εξωτερικών επιφανειών του συμπαγούς κτιρίου. Θεωρείται μάλιστα ότι η αντιμετώπιση, ο σκεδασμός και η εκτέλεση της αρχιτεκτονικής και της διακόσμησής του ως ενιαίου συνόλου αποτελεί ένα από τα λίγα υλοποιημένα και ολοκληρωμένα έργα της ευρύτερης περιοχής τα οποία διέπονται από τη συγκεκριμένη αντίληψη. Σε ότι αφορά την εσωτερική διακόσμηση, ο Λαζαρίμος ακλούθησε τον γαλλικό εκλεκτικισμό, εναρμονίζοντας στοιχεία από τη ρωμαϊκή, αναγεννησιακή και νεοκλασική τεχνοτροπία.
Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το θέατρο γνώρισε διάφορες χρήσεις - ακόμη και οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής βρήκαν καταφύγιο στους χώρους του - με αποτέλεσμα να προκληθούν αλλοιώσεις, οδηγώντας στην πρώτη ανακαίνισή του 1926. Εκτενείς ανακαινίσεις έγιναν μεταπολεμικά (1946, 1955, 1962, και η θεωρούμενη ως πλέον ριζική το 1967 - 1968) οι οποίες ωστόσο αφορούσαν σε επιμέρους χώρους του, καθώς τα σύγχρονα υλικά δομής μπορούσαν να εξυπηρετήσουν αποτελεσματικότερα τις λειτουργικές του απαιτήσεις.
Στο τέλος του 201 Ο αναμένεται να ολοκληρωθούν οι εργασίες αποκατάστασης του ιστορικού κτιρίου που αποτελεί πρωτοποριακό μνημείο του ευρωπαϊκού νεοκλασικισμού.
Ο χρονικός ορίζοντας είναι πλέον ορατός. Στο τέλος του 2010 αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες αποκατάστασης του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Το πρωτοποριακό μνημείο του ευρωπαϊκού νεοκλασικισμού, το οποίο την εποχή που εγκαινιάστηκε ήρθε να καλύψει τις ανάλογες ανάγκες μιας εύρωστης τόσο από οικονομική όσο και από πνευματική και πολιτιστική άποψη κοινωνίας, θα παραδοθεί «ανανεωμένο» στον δήμο, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας νέας σελίδας στη ζωή της πόλης και ίσως όχι μόνον αυτής. Η αλήθεια είναι ότι, στη διάρκεια της μακράς πορείας του, το θέατρο γνώρισε ημέρες δόξας, αφού κατά καιρούς «παρήλασαν» από τη σκηνή του πολλοί ελληνικοί και ξένοι θίασοι του λυρικού και δραματικού ρεπερτορίου, φημισμένα χορευτικά σύνολα και χορωδιακά συγκροτήματα. Ωστόσο, δεν έλειψαν και οι φωνές που υποστήριξαν πως, κατά καιρούς, το θέατρο δεν είχε την καλλιτεχνική πορεία η οποία θα άρμοζε στη λάμψη και στις δυνατότητές του. Στο πλαίσιο αυτό, το στοίχημα της «επόμενης ημέρας» προβάλλει πράγματι μεγάλο. Ωστόσο, το αν θα κερδηθεί θα το δείξει μόνον ο χρόνος ...
Ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Νεώτερων και Σύγχρονων Μνημείων κ. Νίκος Χαρκιολάκης εξήγησε ότι οι προτάσεις της προμελέτης για το «νέο πρόσωπο» του θεάτρου περιλαμβάνουν, αρχικώς, την πλήρη στερέωση, ενίσχυση και αποκατάσταση ολόκληρου του κελύφους (όψεις, στέγες κτλ) και των εσωτερικών χώρων (πλατεία, θεωρεία, καμαρίνια, βοηθητικοί χώροι, κτλ) με τις αναγκαίες προσαρμογές για τη σύγχρονη λειτουργία του διατηρητέου μνημείου. Παράλληλα, προβλέπεται ο πλήρης κλιματισμός όλων των χώρων με τη δημιουργία μηχανοστασίων στον υπόγειο χώρο της πλατείας μπροστά στο πρόπυλο του θεάτρου, ο εκσυγχρονισμός και ο εξοπλισμός της νέας σκηνής, ο ανασχεδιασμός των χώρων εξυπηρέτησης των θεατών (φουαγιέ, κυλικεία, κτλ), στατικές επεμβάσεις για τη βελτίωση του φέροντα οργανισμού και, τέλος, ανάδειξη, ανακαίνιση και συντήρηση του εσωτερικού διακόσμου.
Το έργο δημοπρατήθηκε στο τέλος του 2006, ενώ η σύμβαση με τη μειοδότρια εργοληπτική εταιρεία υπεγράφη τον Μάρτιο του 2008. Ο συνολικός προϋπολογισμός ανέρχεται στο ποσό των 36.000.000 ευρώ, προερχόμενο τόσο από το Γ' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης όσο και από το ΕΣΠΑ (2007- 2013). Βασικό προτέρημα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά θεωρείται η ευρύχωρη κατασκευή της σκηνής, η οποία, με πλάτος 20,30 μ., βάθος 16,15 μ. και ύψος 30 μ., θεωρείται υπερέχουσα από όλες τις σκηνές των νεοελληνικών θεάτρων του 19ου αιώνα.
«Προχωρώντας τις εργασίες αποκατάστασης» τονίζει ο κ. Χαρκιολάκης «βρήκαμε πολλά στοιχεία της παλιάς σκηνής του θεάτρου, η οποία έχει διασωθεί σε ένα ποσοστό περίπου 60%. Στο σημείο αυτό καλέσαμε τον κ. Νίκο Πετρόπουλο, τον οποίο γνωρίζαμε από το Εθνικό Θέατρο. Από την πλευρά του ο Νίκος Πετρόπουλος χαρακτηρίζει την παλιά σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά σαν «πολυεργαλείο».
Σε ό,τι αφορά τον Δήμο Πειραιά, διά στόματος του δημάρχου κ. Παναγιώτη Φασούλα. έχει ήδη διακηρύξει την πρόθεσή του να «έχει πρόγραμμα από την πρώτη κιόλας χρονιά». Στο πλαίσιο αυτό έχει συγκροτηθεί μια οργανωτική επιτροπή, αποτελούμενη από ανθρώπους οι οποίοι δραστηριοποιούνται τόσο στον χώρο του πολιτισμού όσο και των επιχειρήσεων (ανάμεσά τους ο αρχιτέκτονας Μάνος Περάκης, ο συνθέτης και διευθυντής της Ορχήστρας των Χρωμάτων Γιώργος Κουρουπός κ.ά.).
Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ανεγέρθη με πρωτοβουλία του δημάρχου Τρύφωνα Μουτζόπουλου: θεμελιώθηκε τον Ιούνιο του 1884 από τον δήμαρχο Α. Σκυλίτση και εγκαινιάστηκε τον Απρίλιο του 1895 - επί δημαρχίας Θεόδωρου Ρετσίνα - σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ιωάννη Λαζαρίμου. Πρότυπό του είναι το παρισινό Θέατρο του Ωδείου (Th tre d Όd οn), σε μια περισσότερο απλοποιημένη ωστόσο κι εκσυγχρονισμένη μορφή. Η πεταλόσχημη, γαλλικού τύπου, αίθουσα, συνολικής χωρητικότητας 1.300 ως 1.500 θεατών αποτελείται από την πλατεία (auditorium), δύο σειρές θεωρείων, εξώστη και υπερώο. Διαθέτει υποσκήνιο μεγάλου ύψους και πύργο σκηνής καθώς και δύο κλιμακοστάσια προσβάσιμα στο συνολικό ύψος της σκηνής.
Ο Λαζαρίμος κατασκεύασε ένα θέατρο με πολλούς βοηθητικούς χώρους, ενώ φρόντισε ιδιαιτέρως την πλαστική και μορφολογική ανάδειξη των εξωτερικών επιφανειών του συμπαγούς κτιρίου. Θεωρείται μάλιστα ότι η αντιμετώπιση, ο σκεδασμός και η εκτέλεση της αρχιτεκτονικής και της διακόσμησής του ως ενιαίου συνόλου αποτελεί ένα από τα λίγα υλοποιημένα και ολοκληρωμένα έργα της ευρύτερης περιοχής τα οποία διέπονται από τη συγκεκριμένη αντίληψη. Σε ότι αφορά την εσωτερική διακόσμηση, ο Λαζαρίμος ακλούθησε τον γαλλικό εκλεκτικισμό, εναρμονίζοντας στοιχεία από τη ρωμαϊκή, αναγεννησιακή και νεοκλασική τεχνοτροπία.
Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το θέατρο γνώρισε διάφορες χρήσεις - ακόμη και οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής βρήκαν καταφύγιο στους χώρους του - με αποτέλεσμα να προκληθούν αλλοιώσεις, οδηγώντας στην πρώτη ανακαίνισή του 1926. Εκτενείς ανακαινίσεις έγιναν μεταπολεμικά (1946, 1955, 1962, και η θεωρούμενη ως πλέον ριζική το 1967 - 1968) οι οποίες ωστόσο αφορούσαν σε επιμέρους χώρους του, καθώς τα σύγχρονα υλικά δομής μπορούσαν να εξυπηρετήσουν αποτελεσματικότερα τις λειτουργικές του απαιτήσεις.
Στο τέλος του 201 Ο αναμένεται να ολοκληρωθούν οι εργασίες αποκατάστασης του ιστορικού κτιρίου που αποτελεί πρωτοποριακό μνημείο του ευρωπαϊκού νεοκλασικισμού.
Ο χρονικός ορίζοντας είναι πλέον ορατός. Στο τέλος του 2010 αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες αποκατάστασης του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Το πρωτοποριακό μνημείο του ευρωπαϊκού νεοκλασικισμού, το οποίο την εποχή που εγκαινιάστηκε ήρθε να καλύψει τις ανάλογες ανάγκες μιας εύρωστης τόσο από οικονομική όσο και από πνευματική και πολιτιστική άποψη κοινωνίας, θα παραδοθεί «ανανεωμένο» στον δήμο, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας νέας σελίδας στη ζωή της πόλης και ίσως όχι μόνον αυτής. Η αλήθεια είναι ότι, στη διάρκεια της μακράς πορείας του, το θέατρο γνώρισε ημέρες δόξας, αφού κατά καιρούς «παρήλασαν» από τη σκηνή του πολλοί ελληνικοί και ξένοι θίασοι του λυρικού και δραματικού ρεπερτορίου, φημισμένα χορευτικά σύνολα και χορωδιακά συγκροτήματα. Ωστόσο, δεν έλειψαν και οι φωνές που υποστήριξαν πως, κατά καιρούς, το θέατρο δεν είχε την καλλιτεχνική πορεία η οποία θα άρμοζε στη λάμψη και στις δυνατότητές του. Στο πλαίσιο αυτό, το στοίχημα της «επόμενης ημέρας» προβάλλει πράγματι μεγάλο. Ωστόσο, το αν θα κερδηθεί θα το δείξει μόνον ο χρόνος ...
Ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Νεώτερων και Σύγχρονων Μνημείων κ. Νίκος Χαρκιολάκης εξήγησε ότι οι προτάσεις της προμελέτης για το «νέο πρόσωπο» του θεάτρου περιλαμβάνουν, αρχικώς, την πλήρη στερέωση, ενίσχυση και αποκατάσταση ολόκληρου του κελύφους (όψεις, στέγες κτλ) και των εσωτερικών χώρων (πλατεία, θεωρεία, καμαρίνια, βοηθητικοί χώροι, κτλ) με τις αναγκαίες προσαρμογές για τη σύγχρονη λειτουργία του διατηρητέου μνημείου. Παράλληλα, προβλέπεται ο πλήρης κλιματισμός όλων των χώρων με τη δημιουργία μηχανοστασίων στον υπόγειο χώρο της πλατείας μπροστά στο πρόπυλο του θεάτρου, ο εκσυγχρονισμός και ο εξοπλισμός της νέας σκηνής, ο ανασχεδιασμός των χώρων εξυπηρέτησης των θεατών (φουαγιέ, κυλικεία, κτλ), στατικές επεμβάσεις για τη βελτίωση του φέροντα οργανισμού και, τέλος, ανάδειξη, ανακαίνιση και συντήρηση του εσωτερικού διακόσμου.
Το έργο δημοπρατήθηκε στο τέλος του 2006, ενώ η σύμβαση με τη μειοδότρια εργοληπτική εταιρεία υπεγράφη τον Μάρτιο του 2008. Ο συνολικός προϋπολογισμός ανέρχεται στο ποσό των 36.000.000 ευρώ, προερχόμενο τόσο από το Γ' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης όσο και από το ΕΣΠΑ (2007- 2013). Βασικό προτέρημα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά θεωρείται η ευρύχωρη κατασκευή της σκηνής, η οποία, με πλάτος 20,30 μ., βάθος 16,15 μ. και ύψος 30 μ., θεωρείται υπερέχουσα από όλες τις σκηνές των νεοελληνικών θεάτρων του 19ου αιώνα.
«Προχωρώντας τις εργασίες αποκατάστασης» τονίζει ο κ. Χαρκιολάκης «βρήκαμε πολλά στοιχεία της παλιάς σκηνής του θεάτρου, η οποία έχει διασωθεί σε ένα ποσοστό περίπου 60%. Στο σημείο αυτό καλέσαμε τον κ. Νίκο Πετρόπουλο, τον οποίο γνωρίζαμε από το Εθνικό Θέατρο. Από την πλευρά του ο Νίκος Πετρόπουλος χαρακτηρίζει την παλιά σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά σαν «πολυεργαλείο».
Σε ό,τι αφορά τον Δήμο Πειραιά, διά στόματος του δημάρχου κ. Παναγιώτη Φασούλα. έχει ήδη διακηρύξει την πρόθεσή του να «έχει πρόγραμμα από την πρώτη κιόλας χρονιά». Στο πλαίσιο αυτό έχει συγκροτηθεί μια οργανωτική επιτροπή, αποτελούμενη από ανθρώπους οι οποίοι δραστηριοποιούνται τόσο στον χώρο του πολιτισμού όσο και των επιχειρήσεων (ανάμεσά τους ο αρχιτέκτονας Μάνος Περάκης, ο συνθέτης και διευθυντής της Ορχήστρας των Χρωμάτων Γιώργος Κουρουπός κ.ά.).