
Ι.Ν. ΑΓ. ΤΡΙΑΔΑΣ 17ος, ΠΑΡΝΗΘΑ"Μελέτη συντήρησης και αποκατάστασης των τοιχογραφιών"
Ιστορικά στοιχεία - αρχιτεκτονική του ναού
Ο Ι.Ν. της Αγίας Τριάδας βρίσκεται στην Πάρνηθα και είναι χτισμένος σε υψόμετρο 1000μ., σε ομαλή πευκόφυτη πλαγιά. Αν και έχει μικρό μέγεθος, αποτελεί ένα αξιόλογο βυζαντινό μνημείο της περιοχής της Αττικής της περιόδου 13ου - 15ου αιώνα. Ο ναός όντας χτισμένος στους πρόποδες της Πάρνηθας, βρίσκεται σε κατωφέρεια με τη βόρεια πλευρά του προσανατολισμένη προς τα ανάντη του όρους.
Δυστυχώς δεν υπάρχουν ιστορικές πηγές ή βιβλιογραφία ώστε να βοηθούν στη χρονολόγηση του ναού και στη μελέτη στης ιστορίας του. Πρωτοεμφανίζεται σε σιγγίλιο, προκειμένου να αναγραφεί ότι ανήκει στη Μονή Πετράκη από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι σήμερα, ως μετόχι. Αρχικά ήταν ανεξάρτητο μοναστήρι. Αναφέρεται ως Μονή «από Αυτοκρατορικής Αλώσεως».
Ο ναός έχει διαστάσεις 14,50μ. χ 4,60μ. και ανήκει στην κατηγορία των σταυρεπίστεγων. Στον κυρίως ναό, τον κατά μήκος κυλινδρικό θόλο διακόπτει ένας εγκάρσιος, μικρότερου πλάτους, που έχει τη γένεσή του ψηλότερα από το κλειδί του πρώτου. Κατά μήκος των μακρών πλευρών, στη βόρεια και νότια έχει τυφλά διακοσμητικά τόξα, κάτω από τους κυλίνδρους.
Στο ανατολικό τμήμα βρίσκεται το Ιερό, ημικυκλικό εσωτερικά και τρίπλευρο εξωτερικά. Οι κόγχες του διακονικού και της πρόθεσης είναι κατασκευασμένες σε εσοχή, στο νότιο και βόρειο τοίχο αντίστοιχα και είναι συμμετρικές ως προς την κεντρική κόγχη του Ιερού. Στο κέντρο του Αγίου Βήματος βρίσκεται η αγία Τράπεζα. Πάνω στον αναβαθμό ύψους 0,14μ., που χωρίζει το Ιερό από τον Κυρίως Ναό, έχουν τοποθετηθεί μαρμάρινα θωράκια του 11ου αι. που έχουν μεταφερθεί από άλλον ναό και τμήμα μαρμάρινου πεσσίσκου. Στη βόρεια πλευρά του τέμπλου έγινε αντίγραφο του πεσσίσκου.
Στα δυτικά του ναού είναι χτισμένος ο νάρθηκας, προσθήκη άγνωστης εποχής, σχεδόν τετράγωνος χώρος, χωρίς φυσικό φωτισμό, που καταλαμβάνει όλο το πλάτος του κτιρίου και συγκοινωνεί με τον Κυρίως Ναό. Στα δυτικά, καθ’ όλο το πλάτος του νάρθηκα, βρίσκεται καμαροσκεπές πρόπυλο, που είναι νεότερη κατασκευή.
Τα ανοίγματα του κτιρίου δεν είναι τα αρχικά, φωτίζουν όμως ικανοποιητικά το χώρο.
Η προσπέλαση γίνεται από τα δυτικά, από μία ξύλινη δίφυλλη θύρα που οδηγεί στο νάρθηκα και μία δεύτερη ξύλινη δίφυλλη που οδηγεί στον κυρίως ναό. Στους μακρούς πλάγιους τοίχους, κάτω από τον εγκάρσιο κυλινδρικό θόλο, είναι διαμορφωμένα σε κάθε πλευρά, από ένα ξύλινο δίφυλλο ανοιγόμενο παράθυρο, μόνο με υαλοστάσια και εξωτερικές σιδεριές.
Οι τοίχοι έχουν πάχος από 0,65μ. έως 0,70μ. Οι εξωτερικές επιφάνειες των τοίχων του Ιερού, είναι χτισμένες από τοιχοποιία από λαξευτούς και ημιλαξευτούς λίθους μεσαίου μεγέθους, τοποθετημένους σε σειρά, που μεταξύ τους παρεμβάλλονται οριζόντιες σειρές πλίνθων, όπως φαίνεται στη ΝΑ γωνία του Ιερού, που δεν έχει επίχρισμα. Στις γωνίες έχει ημιεπεξεργασμένους γωνιόλιθους. Στον κυρίως ναό, στο νάρθηκα και στο πρόπυλο, δεν είναι δυνατό να εξακριβώσουμε το σύστημα κατασκευής της τοιχοποιίας εφόσον είναι επιχρισμένη. Πιθανόν να είναι αργολιθοδομή με κονίαμα, όπως φαίνεται σε τμήμα της νότιας πλευράς όπου έχει απολεσθεί το επίχρισμα.
Οι θόλοι στον κυρίως ναό, στο νάρθηκα και στο πρόπυλο, καλύπτονται με μονόριχτες και δίριχτες στέγες, επικαλυμένες με πλάκες Πηλίου. Παλαιότερα υπήρχαν βυζαντινά κεραμίδια που τα αντικατέστησαν στην επισκευή του 1972.
Σήμερα, το δάπεδο του ναού είναι κατασκευασμένο με ορθογωνισμένες μαρμάρινες πλάκες.
Το εσωτερικό του κυρίως ναού είναι επιχρισμένο και φέρει αγιογραφίες και γεωμετρικό διάκοσμο. Τα επιχρίσματα στον κυρίως ναό, φέρουν δύο επάλληλα στρώματα τοιχογραφιών. Το πρώτο στρώμα (περίπου 15ος αι.) είναι ποιοτικώς ανώτερο από το δεύτερο (16ος αι. - 17ος αι.).
Ο Ι.Ν. της Αγίας Τριάδας βρίσκεται στην Πάρνηθα και είναι χτισμένος σε υψόμετρο 1000μ., σε ομαλή πευκόφυτη πλαγιά. Αν και έχει μικρό μέγεθος, αποτελεί ένα αξιόλογο βυζαντινό μνημείο της περιοχής της Αττικής της περιόδου 13ου - 15ου αιώνα. Ο ναός όντας χτισμένος στους πρόποδες της Πάρνηθας, βρίσκεται σε κατωφέρεια με τη βόρεια πλευρά του προσανατολισμένη προς τα ανάντη του όρους.
Δυστυχώς δεν υπάρχουν ιστορικές πηγές ή βιβλιογραφία ώστε να βοηθούν στη χρονολόγηση του ναού και στη μελέτη στης ιστορίας του. Πρωτοεμφανίζεται σε σιγγίλιο, προκειμένου να αναγραφεί ότι ανήκει στη Μονή Πετράκη από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι σήμερα, ως μετόχι. Αρχικά ήταν ανεξάρτητο μοναστήρι. Αναφέρεται ως Μονή «από Αυτοκρατορικής Αλώσεως».
Ο ναός έχει διαστάσεις 14,50μ. χ 4,60μ. και ανήκει στην κατηγορία των σταυρεπίστεγων. Στον κυρίως ναό, τον κατά μήκος κυλινδρικό θόλο διακόπτει ένας εγκάρσιος, μικρότερου πλάτους, που έχει τη γένεσή του ψηλότερα από το κλειδί του πρώτου. Κατά μήκος των μακρών πλευρών, στη βόρεια και νότια έχει τυφλά διακοσμητικά τόξα, κάτω από τους κυλίνδρους.
Στο ανατολικό τμήμα βρίσκεται το Ιερό, ημικυκλικό εσωτερικά και τρίπλευρο εξωτερικά. Οι κόγχες του διακονικού και της πρόθεσης είναι κατασκευασμένες σε εσοχή, στο νότιο και βόρειο τοίχο αντίστοιχα και είναι συμμετρικές ως προς την κεντρική κόγχη του Ιερού. Στο κέντρο του Αγίου Βήματος βρίσκεται η αγία Τράπεζα. Πάνω στον αναβαθμό ύψους 0,14μ., που χωρίζει το Ιερό από τον Κυρίως Ναό, έχουν τοποθετηθεί μαρμάρινα θωράκια του 11ου αι. που έχουν μεταφερθεί από άλλον ναό και τμήμα μαρμάρινου πεσσίσκου. Στη βόρεια πλευρά του τέμπλου έγινε αντίγραφο του πεσσίσκου.
Στα δυτικά του ναού είναι χτισμένος ο νάρθηκας, προσθήκη άγνωστης εποχής, σχεδόν τετράγωνος χώρος, χωρίς φυσικό φωτισμό, που καταλαμβάνει όλο το πλάτος του κτιρίου και συγκοινωνεί με τον Κυρίως Ναό. Στα δυτικά, καθ’ όλο το πλάτος του νάρθηκα, βρίσκεται καμαροσκεπές πρόπυλο, που είναι νεότερη κατασκευή.
Τα ανοίγματα του κτιρίου δεν είναι τα αρχικά, φωτίζουν όμως ικανοποιητικά το χώρο.
Η προσπέλαση γίνεται από τα δυτικά, από μία ξύλινη δίφυλλη θύρα που οδηγεί στο νάρθηκα και μία δεύτερη ξύλινη δίφυλλη που οδηγεί στον κυρίως ναό. Στους μακρούς πλάγιους τοίχους, κάτω από τον εγκάρσιο κυλινδρικό θόλο, είναι διαμορφωμένα σε κάθε πλευρά, από ένα ξύλινο δίφυλλο ανοιγόμενο παράθυρο, μόνο με υαλοστάσια και εξωτερικές σιδεριές.
Οι τοίχοι έχουν πάχος από 0,65μ. έως 0,70μ. Οι εξωτερικές επιφάνειες των τοίχων του Ιερού, είναι χτισμένες από τοιχοποιία από λαξευτούς και ημιλαξευτούς λίθους μεσαίου μεγέθους, τοποθετημένους σε σειρά, που μεταξύ τους παρεμβάλλονται οριζόντιες σειρές πλίνθων, όπως φαίνεται στη ΝΑ γωνία του Ιερού, που δεν έχει επίχρισμα. Στις γωνίες έχει ημιεπεξεργασμένους γωνιόλιθους. Στον κυρίως ναό, στο νάρθηκα και στο πρόπυλο, δεν είναι δυνατό να εξακριβώσουμε το σύστημα κατασκευής της τοιχοποιίας εφόσον είναι επιχρισμένη. Πιθανόν να είναι αργολιθοδομή με κονίαμα, όπως φαίνεται σε τμήμα της νότιας πλευράς όπου έχει απολεσθεί το επίχρισμα.
Οι θόλοι στον κυρίως ναό, στο νάρθηκα και στο πρόπυλο, καλύπτονται με μονόριχτες και δίριχτες στέγες, επικαλυμένες με πλάκες Πηλίου. Παλαιότερα υπήρχαν βυζαντινά κεραμίδια που τα αντικατέστησαν στην επισκευή του 1972.
Σήμερα, το δάπεδο του ναού είναι κατασκευασμένο με ορθογωνισμένες μαρμάρινες πλάκες.
Το εσωτερικό του κυρίως ναού είναι επιχρισμένο και φέρει αγιογραφίες και γεωμετρικό διάκοσμο. Τα επιχρίσματα στον κυρίως ναό, φέρουν δύο επάλληλα στρώματα τοιχογραφιών. Το πρώτο στρώμα (περίπου 15ος αι.) είναι ποιοτικώς ανώτερο από το δεύτερο (16ος αι. - 17ος αι.).