
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑ"Μελέτη συντήρησης και αποκατάστασης του διακόσμου του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά"
Ιστορικά στοιχεία - αρχιτεκτονική κτηρίου
Το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά είναι ένα νεοκλασικό κτίριο, αρχιτεκτονικό κόσμημα, που βρίσκεται στο κεντρικότερο σημείο της πόλης του Πειραιά. Αποτελεί το αξιολογότερο επίτευγμα της Δημοτικής δραστηριότητας από της εποχής της σύστασης του Δήμου (1835) μέχρι και σήμερα.Ειδικότερα για την εποχή της δημιουργίας του θεωρείται ασύλληπτου οραματισμού η ιδέα και μόνο της ανέγερσής του αν ληφθεί υπόψη ότι οι κάτοικοι του Πειραιά το 1883 έφθαναν τους 27.000.
Η απόφαση για την ανέγερση του Δημοτικού Θεάτρου του Πειραιά πάρθηκε επί Δημάρχου Τρύφωνα Μουτζόπουλου και με Δημοτικό Συμβούλιο που το αποτελούσαν οι Ι. Μελετόπουλος, Α. Ζωγράφος, Σ. Αναστασόπουλος, Γ. Καψαμπέλης, Ι Χριστοφίδης, Γ. Βραχνός, Δ. Πικιώνης, Κ. Παναγιωτόπουλος, Α. Βολανάκης, Αρ. Σκυλίτσης, Α. Πεπεμούντας, Ι. Σκλαβούνος, Γ. Σεργόπουλος, Χ. Ριζιώτης, Α. Μανίνας, Α. Δαμάσκος και Β. Τσάτσης, το 1883, τελευταία χρονιά της δημαρχιακής περιόδου. Στις επόμενες εκλογές (1883), Δήμαρχος αναδείχθηκε ο Αριστείδης Σκυλίτσης - Ομηρίδης με δημοτικούς συμβούλους τους Γ. Λυμπεράκη, Α. Μελετόπουλο, Β. Οριγώνη, Α. Δαμάσκο, Ι. Ζίζηλα, Ν. Χριστοφίδη, Γ. Ζωγράφο, Α. Αντωνιάδη, Κ. Βασιλειάδη, Α. Ρετσίνα, Ν. Παγκώστα, Γ. Λυμπεράκη, Χρ. Σταμόπουλο και Ι. Σκλαβούνο, οι οποίοι υιοθέτησαν το ζήτημα και επίσπευσαν τον ίδιο χρόνο τις σχετικές εργασίες επιψηφίζοντας δάνειο 200.000 δραχμών για την ανέγερση, προκηρύσσοντας σχετικές δημοπρασίες.
Έτσι ξεκίνησε η κατασκευή του μεγάλου και υπέροχου έργου στο οικόπεδο που χωροθετήθηκε επί δημαρχίας του Αρ. Σκυλίτση (1883-87) σε κεντρικό στην πλατεία Κοραή σε σχέδια που εκπόνησε ο Πειραιώτης αρχιτέκτονας Ι. Λαζαρίμος, καθηγητής του Πολυτεχνείου με προϋπολογισθείσα δαπάνη 450.000 δραχμές που τελικά ανήλθε, παρά τις χαρακτηριστικές περικοπές της αρχιτεκτονικής πρόσοψης στο διπλάσιο, από τις οποίες οι 200.000 δραχμές είχαν διατεθεί μόνο για την εντυπωσιακή διακόσμηση.Το όλο όμως οικοδόμημα δεν ολοκληρώθηκε στην ίδια δημαρχιακή περίοδο, αλλά μετά από δώδεκα χρόνια, επί δημαρχίας Θεοδώρου Ρετσίνα, το 1895.
Τελικά οι εργασίες ανέγερσης ολοκληρώθηκαν το 1895 και τα εγκαίνια άν και προγραμματίστηκαν για την Δευτέρα του Πάσχα του έτους εκείνου, έγιναν την Κυριακή του Θωμά στις 9 Απριλίου 1895 στις 10.30 μετά "περισσής λαμπρότητος". Μετά την τελετή του Αγιασμού που τέλεσε ο αρχιμανδρίτης Ιερ. Βλαχάκης, έβγαλε πανηγυρικό λόγο ο Δήμαρχος Θ. Ρετσίνας και ακολούθησε απαγγελία από τον ποιητή Γ. Στρατήγη. Στο τέλος και μέχρι το απόγευμα η φιλαρμονική του Δήμου έπαιζε διάφορα από τα γνωστότερα μουσικά κλασικά κομάτια μπροστά στο χώρο του θεάτρου που είχε διαμορφωθεί ανάλογα ημικυκλικά έτσι ώστε να αράζουν οι "βικτώριες άμαξες" και τα λεγόμενα "Βιζ-α-βί", λεωφορεία της εποχής.
Μορφολογικά, το Δημοτικό Θέατρο εκπροσωπεί πιστά την αμιγή κλασικιστική παράδοση και είναι επηρεασμένο από τη γερμανική σχολή που εκπροσωπούσε ο Ερνέστος Τσίλερ. Το κτίριο του θεάτρου είναι ορθογώνιου σχήματος, με διαστάσεις 34 Χ 45 μ. Η ήρεμη και σχετικά συντηρητική αισθητική της όψης του τονίζεται από το πρόπυλο της κύριας εισόδου του, το οποίο αποτελείται από τέσσερεις κορινθιακούς κίονες και αέτωμα. Στη στέγη του κτιρίου υπάρχει δώμα με στέγη, η οποία έχει κι αυτή αέτωμα στην πρόσοψη.
Στο εσωτερικό, η πεταλόσχημη αίθουσα κοινού, με πλατεία, θεωρεία και εξώστες σε τέσσερα επίπεδα, έχει χωρητικότητα περίπου 1.300 θέσεων. Την αίθουσα φώτιζε τεράστιος πολυέλαιος (σώζεται και σήμερα) που λειτουργούσε με γκάζι. Για τους ηθοποιούς είχαν προβλεφθεί άνετα καμαρίνια και ένα πολυτελές καθιστικό. Η σκηνή του θεάτρου διασώζεται σχεδόν αλώβητη: θεωρείται ένα από τα ελάχιστα ανάλογα σωζόμενα δείγματα της εποχής μπαρόκ στην Ευρώπη. Έχει διαστάσεις 20 Χ 14 μ. και διαθέτει προσκήνιο και χώρο ορχήστρας. Γύρω από το πέταλο της αίθουσας βρίσκεται το διώροφο φουαγιέ, στο οποίο αρχικά δίνονταν χοροεσπερίδες φιλανθρωπικών συλλόγων και διάφορες εκθέσεις σπουδαίων ζωγράφων. Επίσης, το θέατρο φιλοξένησε για μεγάλο χρονικό διάστημα τη Δημοτική Βιβλιοθήκη και τη Δημοτική Πινακοθήκη του Πειραιά.
Εξαιτίας της κλίμακας και της μνημειακής εμφάνισής του, το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά θεωρείται το κορυφαίο σωζόμενο ελληνικό θεατρικό κτίριο του 19ου αι.
Το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά είναι ένα νεοκλασικό κτίριο, αρχιτεκτονικό κόσμημα, που βρίσκεται στο κεντρικότερο σημείο της πόλης του Πειραιά. Αποτελεί το αξιολογότερο επίτευγμα της Δημοτικής δραστηριότητας από της εποχής της σύστασης του Δήμου (1835) μέχρι και σήμερα.Ειδικότερα για την εποχή της δημιουργίας του θεωρείται ασύλληπτου οραματισμού η ιδέα και μόνο της ανέγερσής του αν ληφθεί υπόψη ότι οι κάτοικοι του Πειραιά το 1883 έφθαναν τους 27.000.
Η απόφαση για την ανέγερση του Δημοτικού Θεάτρου του Πειραιά πάρθηκε επί Δημάρχου Τρύφωνα Μουτζόπουλου και με Δημοτικό Συμβούλιο που το αποτελούσαν οι Ι. Μελετόπουλος, Α. Ζωγράφος, Σ. Αναστασόπουλος, Γ. Καψαμπέλης, Ι Χριστοφίδης, Γ. Βραχνός, Δ. Πικιώνης, Κ. Παναγιωτόπουλος, Α. Βολανάκης, Αρ. Σκυλίτσης, Α. Πεπεμούντας, Ι. Σκλαβούνος, Γ. Σεργόπουλος, Χ. Ριζιώτης, Α. Μανίνας, Α. Δαμάσκος και Β. Τσάτσης, το 1883, τελευταία χρονιά της δημαρχιακής περιόδου. Στις επόμενες εκλογές (1883), Δήμαρχος αναδείχθηκε ο Αριστείδης Σκυλίτσης - Ομηρίδης με δημοτικούς συμβούλους τους Γ. Λυμπεράκη, Α. Μελετόπουλο, Β. Οριγώνη, Α. Δαμάσκο, Ι. Ζίζηλα, Ν. Χριστοφίδη, Γ. Ζωγράφο, Α. Αντωνιάδη, Κ. Βασιλειάδη, Α. Ρετσίνα, Ν. Παγκώστα, Γ. Λυμπεράκη, Χρ. Σταμόπουλο και Ι. Σκλαβούνο, οι οποίοι υιοθέτησαν το ζήτημα και επίσπευσαν τον ίδιο χρόνο τις σχετικές εργασίες επιψηφίζοντας δάνειο 200.000 δραχμών για την ανέγερση, προκηρύσσοντας σχετικές δημοπρασίες.
Έτσι ξεκίνησε η κατασκευή του μεγάλου και υπέροχου έργου στο οικόπεδο που χωροθετήθηκε επί δημαρχίας του Αρ. Σκυλίτση (1883-87) σε κεντρικό στην πλατεία Κοραή σε σχέδια που εκπόνησε ο Πειραιώτης αρχιτέκτονας Ι. Λαζαρίμος, καθηγητής του Πολυτεχνείου με προϋπολογισθείσα δαπάνη 450.000 δραχμές που τελικά ανήλθε, παρά τις χαρακτηριστικές περικοπές της αρχιτεκτονικής πρόσοψης στο διπλάσιο, από τις οποίες οι 200.000 δραχμές είχαν διατεθεί μόνο για την εντυπωσιακή διακόσμηση.Το όλο όμως οικοδόμημα δεν ολοκληρώθηκε στην ίδια δημαρχιακή περίοδο, αλλά μετά από δώδεκα χρόνια, επί δημαρχίας Θεοδώρου Ρετσίνα, το 1895.
Τελικά οι εργασίες ανέγερσης ολοκληρώθηκαν το 1895 και τα εγκαίνια άν και προγραμματίστηκαν για την Δευτέρα του Πάσχα του έτους εκείνου, έγιναν την Κυριακή του Θωμά στις 9 Απριλίου 1895 στις 10.30 μετά "περισσής λαμπρότητος". Μετά την τελετή του Αγιασμού που τέλεσε ο αρχιμανδρίτης Ιερ. Βλαχάκης, έβγαλε πανηγυρικό λόγο ο Δήμαρχος Θ. Ρετσίνας και ακολούθησε απαγγελία από τον ποιητή Γ. Στρατήγη. Στο τέλος και μέχρι το απόγευμα η φιλαρμονική του Δήμου έπαιζε διάφορα από τα γνωστότερα μουσικά κλασικά κομάτια μπροστά στο χώρο του θεάτρου που είχε διαμορφωθεί ανάλογα ημικυκλικά έτσι ώστε να αράζουν οι "βικτώριες άμαξες" και τα λεγόμενα "Βιζ-α-βί", λεωφορεία της εποχής.
Μορφολογικά, το Δημοτικό Θέατρο εκπροσωπεί πιστά την αμιγή κλασικιστική παράδοση και είναι επηρεασμένο από τη γερμανική σχολή που εκπροσωπούσε ο Ερνέστος Τσίλερ. Το κτίριο του θεάτρου είναι ορθογώνιου σχήματος, με διαστάσεις 34 Χ 45 μ. Η ήρεμη και σχετικά συντηρητική αισθητική της όψης του τονίζεται από το πρόπυλο της κύριας εισόδου του, το οποίο αποτελείται από τέσσερεις κορινθιακούς κίονες και αέτωμα. Στη στέγη του κτιρίου υπάρχει δώμα με στέγη, η οποία έχει κι αυτή αέτωμα στην πρόσοψη.
Στο εσωτερικό, η πεταλόσχημη αίθουσα κοινού, με πλατεία, θεωρεία και εξώστες σε τέσσερα επίπεδα, έχει χωρητικότητα περίπου 1.300 θέσεων. Την αίθουσα φώτιζε τεράστιος πολυέλαιος (σώζεται και σήμερα) που λειτουργούσε με γκάζι. Για τους ηθοποιούς είχαν προβλεφθεί άνετα καμαρίνια και ένα πολυτελές καθιστικό. Η σκηνή του θεάτρου διασώζεται σχεδόν αλώβητη: θεωρείται ένα από τα ελάχιστα ανάλογα σωζόμενα δείγματα της εποχής μπαρόκ στην Ευρώπη. Έχει διαστάσεις 20 Χ 14 μ. και διαθέτει προσκήνιο και χώρο ορχήστρας. Γύρω από το πέταλο της αίθουσας βρίσκεται το διώροφο φουαγιέ, στο οποίο αρχικά δίνονταν χοροεσπερίδες φιλανθρωπικών συλλόγων και διάφορες εκθέσεις σπουδαίων ζωγράφων. Επίσης, το θέατρο φιλοξένησε για μεγάλο χρονικό διάστημα τη Δημοτική Βιβλιοθήκη και τη Δημοτική Πινακοθήκη του Πειραιά.
Εξαιτίας της κλίμακας και της μνημειακής εμφάνισής του, το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά θεωρείται το κορυφαίο σωζόμενο ελληνικό θεατρικό κτίριο του 19ου αι.