
ΤΟ ΒΗΜΑ - ΒΗΜΑgazino"Οι θησαυροί του Εθνικού Θεάτρου"
Το όραμα του Νίκου Κούρκουλου έρχεται στο φως
Σε έναν χρόνο το ιστορικό κτίριο της Αγίου Κωνσταντίνου, που σχεδίασε ο Ερνέστος Τσίλερ τον 19ο αιώνα, θα παραδοθεί στο κοινό με τα «στολίδια» της παλαιάς του δόξας, που επί δεκαετίες έμεναν κρυμμένα κάτω από στόκο και μπογιά. Η αποκατάσταση του αυθεντικού ζωγραφικού διακόσμου, ο οποίος αναδεικνύεται χάρη στα έργα ανακατασκευής, ήταν ένα από τα τελευταία όνειρα του Νίκου Κούρκουλου.
ΤΟ Φθινόπωρο του 2008 το νέο Εθνικό Θέατρο θα ξανανοίξει σαν ... παλιό. Στη μακέτα της πρόσοψης του κτιρίου, επί της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, διακρίνεται ο νέος – ψηλότερος κατά περίπου 2,5 μέτρα - «Πύργος» της Κεντρικής Σκηνής. Η αύξηση του ύψους κρίθηκε αναγκαία για να καλυφθούν οι τεχνικές απαιτήσεις των σύγχρονων θεατρικών παραγωγών. Ως κεντρική είσοδος για το κοινό θα χρησιμοποιείται αυτή που κατασκευάζεται επί της οδού Μενάνδρου, στη δεξιά πλευρά του κτιρίου.
«Είχε έρθει με μια φωνογραφική μηχανή και φωτογράφιζε ο ίδιος τα τμήματα του ζωγραφικού και γλυπτικού διακόσμου που είχαν αποκατασταθεί στο φουαγέ. Ήταν ενθουσιασμένος με την πρόοδο των έργων». Η Λίνα Μπαντέκα, η υπεύθυνη του εργοταξίου για την αποκατάσταση του Εθνικού Θεάτρου, θυμάται την τελευταία επίσκεψη του Νίκου Κούρκουλου, τότε καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού, στο κτίριο της Αγίου Κωνσταντίνου, τον περασμένο Ιανουάριο, λίγες μόλις ημέρες πριν από τον θάνατό του. Κατά τη διάρκεια της θητείας του -από το 1994 ως τις 30 Ιανουαρίου του 2007- ο Νίκος Κούρκουλος είχε ένα όραμα και το υποστήριξε δίχως εκπτώσεις και συμβιβασμούς: την αποκατάσταση του σπιτιού του Εθνικού αλλά και τη δημιουργία μέσα στο διαιρετέο κτίριο του Τσίλερ ενός σύγχρονου θεάτρου. «Έχει πολλά σχέδια, μεγάλα σχέδια και ως εκ τούτου ελαφρώς δαπανηρά» δήλωνε το 2000 ο Θεόδωρος Πάγκαλος, υπουργός Πολιτισμού την εποχή που παρουσιάστηκε το φιλόδοξο σχέδιο της ανακατασκευής. Η έναρξη των εργασιών καθυστερούσε. Δύο χρόνια αργότερα, ο καλλιτεχνικός διευθυντής δήλωνε: «Εγώ ψέματα δεν μπορώ να λέω», απατώντας στους δημοσιογράφους που τον ρωτούσαν αν θα ήταν έτοιμο το θέατρο πριν από τους Ολυμπιακούς του 2004. Ήταν τον Μάρτιο του 2006 που υπέγραψε την οριστική σύμβαση για την ανάθεση του έργου («Αποκατάσταση και εφοπλισμός του κτιριακού συγκροτήματος του Εθνικού Θεάτρου»). Το κόστος προσεγγίζει τα 21 εκατ. ευρώ και το θέατρο αναμένεται να παραδοθεί στους σκηνοθέτες, στους ηθοποιούς και στο κοινό του Εθνικού το φθινόπωρο του 2008. Σήμερα, δύο μήνες ύστερα από εκείνη την επίσκεψη, κατεβαίνουμε την Αγίου Κωνσταντίνου.
Η εικόνα του κτιρίου εξωτερικά αυτές τις ήμερες δεν προϊδεάζει για το τι συμβαίνει στο εσωτερικό. Εκεί τα πάντα έχουν ξηλωθεί. Τα δομικά υλικά του 19ου αιώνα - της εποχής που χτίστηκε το κτίριο - μπλέκονται με το γκανάιτ (εκτοξευόμενο σκυρόδεμα). «Μετά από τον σεισμό του 1999 και τις ζημιές που υπέστη το κτίριο του Εθνικού Θεάτρου, n Κεντρική Σκηνή έκλεισε οριστικά και λειτουργούσε μόνο n Νέα Σκηνή» λέει καλημερίζοντάς μας ο αρχιτέκτονας Βαγγέλης Ρήγας, ο επιβλέπων το έργο από την πλευρά του Εθνικού, και συνεχίζει: «Ο Νίκος Κούρκουλος πίστευε ότι n Κεντρική Σκηνή, n βασική μονάδα του θεάτρου, έπρεπε να αποκατασταθεί και να επαναλειτουργήσει ως ένα σύγχρονο θέατρο και όχι ως ένα κτίριο-μουσείο. Ήταν μεγάλη πρόκληση. Ευτυχώς το υπουργείο Πολιτισμού δέχτηκε παράλληλα με την ανακατασκευή του κτιρίου να γίνει και αναβάθμιση των δυνατοτήτων του θεάτρου». Ο αρχιτέκτονας μας διαβεβαιώνει ότι δεν θα αλλοιωθεί στο ελάχιστο ο χαρακτήρας του κτιρίου. «Μην ξεχνάτε ότι είναι ένα από τα επτά δημόσια κτίρια της Αθήνας που ανακηρύχθηκαν διατηρητέα το 1952, μαζί με την Ακαδημία, το Πανεπιστήμιο και την Εθνική Βιβλιοθήκη» συμπληρώνει.
Για την ιστορία, η ανέγερση του κτιρίου άρχισε το 1891 με βάση τα σχέδια του γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ. Η κατασκευή ολοκληρώθηκε το φθινόπωρο του 1901 και εγκαινιάστηκε με την ονομασία Βασιλικό Θέατρο. Σύντομα όμως, κυρίως λόγω της κακής διαχείρισης αλλά και των γενικότερων οικονομικών προβλημάτων της χώρας το θέατρο έκλεισε για 24 χρόνια (1908 -1932). Χαρακτηριστικό είναι ότι χώροι του, όπως και αυτοί πολλών άλλων δημοσίων κτιρίων της εποχής, χρησιμοποιήθηκαν το 1922 για τη στέγαση προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Το 1930, επί πρωθυπουργίας Ελευθέριου Βενιζέλου και με νόμο του τότε υπουργού Παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου ιδρύθηκε ένας νέος φορέας, το Εθνικό Θέατρο. Υστέρα από δύο χρόνια, το πρώην Βασιλικό Θέατρο άνοιγε ξανά τιε πόρτες του για το κοινό ως Εθνικό.
Σε αυτή τη χρονική περίοδο τοποθετείται η «μοιραία» για τον εσωτερικό διάκοσμο ανακαίνιση. Η λογική που επικράτησε ήταν να απογυμνωθεί το κτίριο από οτιδήποτε παρέπεμπε στον βασιλικό χαρακτήρα του. Οι αλλαγές ήταν σαρωτικές. Αντιγράφουμε από την τεχνική έκθεση της μελέτης για την αποκατάσταση του κτιρίου (Δεκέμβριος 2006): «Οι επισκευαστικές εργασίες ανακαίνισης του 1930-1934 υπήρξαν καταστροφικές για σημαντικό μέρος του αρχικού διακόσμου με αποτέλεσμα να σώζονται σήμερα ελάχιστα μορφολογικά σιτοδεία της αρχικής διακόσμησης και να καθιστούν την πλήρη αποκατάσταση των χώρων του κτιρίου μια εξαιρετικά χρονοβόρα και δαπανηρή επιχείρηση, σε ορισμένες δε περιπτώσεις ανέφικτη». Μετά το 1934 η κατάσταση επιδεινώθηκε. Πραγματοποιήθηκαν τουλάχιστον άλλες τρεις ανακαινίσεις, οι οποίες πρόσθεσαν και άλλη μπογιά επάνω στις τοιχογραφίες του Τσίλερ που κοσμούσαν τις σάλες και τους κοινόχρηστους χώρους του θεάτρου το 1901.
«Μέσω των αναλύσεων που κάναμε, διαπιστώσαμε ότι υπήρχαν τρία στρώματα μπογιάς επάνω στις τοιχογραφίες» μας πληροφορεί ο Γιώργος Παυλόπουλος, επικεφαλής της ομάδας συντήρησης στο εργοτάξιο της Αγίου Κωνσταντίνου, «Το πρώτο στρώμα ήταν λαδόστοκος, το δεύτερο ασβεστόχρισμα και το τρίτο πλαστό χρώμα» προσθέτει. Λίγο παραδίπλα, συναντάμε στους σκοτεινούς διαδρόμους την Αλεξία, μια από τις νεαρές συντηρήτριες έργων τέχνης που δουλεύουν στον χώρο. «Αρχικά, n διαδικασία του καθαρισμού ήταν δύσκολη και κουραστική. Τώρα όμως n φάση του ρετούς είναι πολύ πιο ευχάριστη» μας εξηγεί, κρατώντας ένα μικρό πινέλο. Η δουλειά των κοριτσιών με τις λευκές φόρμες είναι να επαναφέρουν με προσοχή τα σχέδια και τα χρώματα που στέρησαν από τους χώρους του θεάτρου οι διαδοχικές ανακαινίσεις. Σε μια επιφάνεια 1.400 τ.μ. αποκαλύπτεται και συναιρείται ο αρχικός ζωγραφικός και γλυπτικός διάκοσμος. Στο μεγαλύτερο μέρος ωστόσο (περίπου 5.500 τ.μ,) οι φθορές. δεν επιτρέπουν τη συντήρηση. Ο διάκοσμος θα αναπαραχθεί με βάση τα αυθεντικά σχέδια (ακουαρέλες) του Ερνέστου Τσίλερ, τα οποία φυλάσσονται στα αρχεία του Εθνικού Θεάτρου.
Όσοι εργάζονται εκεί θα προσπαθήσουν τώρα να αναβιώσουν - έναν αιώνα αργότερα - τον αέρα της μεγαλοπρεπείας της πρεμιέρας του 1901 στην αίθουσα της Κεντρικής Σκηνής, με τους δύο αμφιθεατρικούς εξώστες. Γράφει στο περιοδικό «Παναθήναια» (30.11.1901) ο Βασίλειος Σκηνίτης, μεταφέροντας την ατμόσφαιρα των πανηγυρικών εγκαινίων του Βασιλικού Θεάτρου το Σάββατο 24 Νοεμβρίου 1901: «Μεγαλοπρεπέστατα τα παρά την σκnνήν διπλά θεωρεία, θαυμάσιον, θωπεύον το βλέμμα με την βελουδίνnν του απαλότητα το σκnνικόν παραπέτασμα˙ μικροί κάπως οι δύο εξώσται». Σήμερα, στον κυρίως χώρο της Κεντρικής Σκηνής όλα τα παλιά καθίσματα της πλατείας έχουν ξηλωθεί, ενώ από τους δύο εξώστες έχει απομείνει μόνο ο μεταλλικός σκελετός. «Οι καρέκλες και τα φωτιστικά της πλατείας ήταν ένα από τα θέματα για τα οποία ήθελε να έχει προσωπική. άποψη ο Νίκος Κούρκουλος» θυμάται ο αρχιτέκτονας κ. Ρήγας. Η κεντρική αίθουσα θα διατηρήσει τον διάκοσμο του 1901, ενώ οι διαστάσεις της σκηνής θα αυξηθούν για να καλύψουν τις ανάγκες των σύγχρονων θεατρικών παραγωγών. Η χωρητικότητα θα ξεπεράσει τα 600 άτομα: 292 άτομα στην πλατεία, 180 στον Α εξώστη και 148 άτομα στον Β εξώστη. Και μια λεπτομέρεια με σημασία: στη μελέτη της ανακατασκευής σημειώνεται ότι «μικρό ποσοστό των θέσεων θα είναι εξαιρετικά δυσμενούς ορατότητας ως προς τον σκηνικό χώρο». Η τοποθέτησή τους πάντως κρίνεται αναγκαία «για την αισθητική και μορφολογική. ολοκλήρωση της αίθουσας του θεάτρου». Αρκεί να μη σου τύχει να καθίσεις εκεί ...
Για λειτουργικούς λόγους, η είσοδος του ανακαινισμένου Εθνικού Θεάτρου θα μεταφερθεί από την Αγίου Κωνσταντίνου στην οδό Μενάνδρου. Παράλληλα, επισκευάζεται το παλαιό καφενείο και η αίθουσα χορού, η οποία θα λειτουργήσει ως χώρος παρουσιάσεων, διαλέξεων και γευμάτων. Στους χώρους της παλαιάς Νέας Σκηνή θα στεγαστεί το ιστορικό αρχείο-βιβλιοθήκη του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο θα λειτουργεί ως κέντρο τεκμηρίωσης και έρευνας. Η Νέα Σκηνή θα μετακομίσει στην επέκταση του κτιρίου και θα συνδέεται εσωτερικά με το διατηρητέο τμήμα μέσα από το καινούργιο κεντρικό φουαγέ της οδού Μενάνδρου. Θα είναι η δεύτερη σκηνή του θεάτρου και θα ονομαστεί «Σκηνή Νίκος Κούρκουλος».
Βγαίνοντας από το εργοτάξιο κατευθυνόμαστε στα παρακείμενα γραφεία του Εθνικού, αναζητώντας τον νέο καλλιτεχνικό του διευθυντή. Από το γραφείο του Γιάννη Χουβαρδά μας πληροφορούν ότι δεν θα τοποθετηθεί για κανένα θέμα του θεάτρου ως ότου αναλάβει επισήμως καθήκοντα. Μόλις αυτό συμβεί, θα κληθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της επάρκειας των κονδυλίων για την ολοκλήρωση του έργου ... δίχως εκπτώσεις και συμβιβασμούς. Τι σημαίνει αυτό; Μάθαμε, για παράδειγμα, ότι ο βαθμός στον οποίο θα αναπαραχθεί ο αυθεντικό διάκοσμος του Τσίλερ στην Αίθουσα Χορού (ένα τμήμα του θεάτρου που έχει υποστεί τις μεγαλύτερες καταστροφές και στο οποίο δεν έχουν αρχίσει οι εργασίες συντήρησης) εξαρτάται από το πόσα χρήματα θα διατεθούν για αυτόν τον σκοπό.
Του Αργύρη Παπαστάθη
Σε έναν χρόνο το ιστορικό κτίριο της Αγίου Κωνσταντίνου, που σχεδίασε ο Ερνέστος Τσίλερ τον 19ο αιώνα, θα παραδοθεί στο κοινό με τα «στολίδια» της παλαιάς του δόξας, που επί δεκαετίες έμεναν κρυμμένα κάτω από στόκο και μπογιά. Η αποκατάσταση του αυθεντικού ζωγραφικού διακόσμου, ο οποίος αναδεικνύεται χάρη στα έργα ανακατασκευής, ήταν ένα από τα τελευταία όνειρα του Νίκου Κούρκουλου.
ΤΟ Φθινόπωρο του 2008 το νέο Εθνικό Θέατρο θα ξανανοίξει σαν ... παλιό. Στη μακέτα της πρόσοψης του κτιρίου, επί της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, διακρίνεται ο νέος – ψηλότερος κατά περίπου 2,5 μέτρα - «Πύργος» της Κεντρικής Σκηνής. Η αύξηση του ύψους κρίθηκε αναγκαία για να καλυφθούν οι τεχνικές απαιτήσεις των σύγχρονων θεατρικών παραγωγών. Ως κεντρική είσοδος για το κοινό θα χρησιμοποιείται αυτή που κατασκευάζεται επί της οδού Μενάνδρου, στη δεξιά πλευρά του κτιρίου.
«Είχε έρθει με μια φωνογραφική μηχανή και φωτογράφιζε ο ίδιος τα τμήματα του ζωγραφικού και γλυπτικού διακόσμου που είχαν αποκατασταθεί στο φουαγέ. Ήταν ενθουσιασμένος με την πρόοδο των έργων». Η Λίνα Μπαντέκα, η υπεύθυνη του εργοταξίου για την αποκατάσταση του Εθνικού Θεάτρου, θυμάται την τελευταία επίσκεψη του Νίκου Κούρκουλου, τότε καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού, στο κτίριο της Αγίου Κωνσταντίνου, τον περασμένο Ιανουάριο, λίγες μόλις ημέρες πριν από τον θάνατό του. Κατά τη διάρκεια της θητείας του -από το 1994 ως τις 30 Ιανουαρίου του 2007- ο Νίκος Κούρκουλος είχε ένα όραμα και το υποστήριξε δίχως εκπτώσεις και συμβιβασμούς: την αποκατάσταση του σπιτιού του Εθνικού αλλά και τη δημιουργία μέσα στο διαιρετέο κτίριο του Τσίλερ ενός σύγχρονου θεάτρου. «Έχει πολλά σχέδια, μεγάλα σχέδια και ως εκ τούτου ελαφρώς δαπανηρά» δήλωνε το 2000 ο Θεόδωρος Πάγκαλος, υπουργός Πολιτισμού την εποχή που παρουσιάστηκε το φιλόδοξο σχέδιο της ανακατασκευής. Η έναρξη των εργασιών καθυστερούσε. Δύο χρόνια αργότερα, ο καλλιτεχνικός διευθυντής δήλωνε: «Εγώ ψέματα δεν μπορώ να λέω», απατώντας στους δημοσιογράφους που τον ρωτούσαν αν θα ήταν έτοιμο το θέατρο πριν από τους Ολυμπιακούς του 2004. Ήταν τον Μάρτιο του 2006 που υπέγραψε την οριστική σύμβαση για την ανάθεση του έργου («Αποκατάσταση και εφοπλισμός του κτιριακού συγκροτήματος του Εθνικού Θεάτρου»). Το κόστος προσεγγίζει τα 21 εκατ. ευρώ και το θέατρο αναμένεται να παραδοθεί στους σκηνοθέτες, στους ηθοποιούς και στο κοινό του Εθνικού το φθινόπωρο του 2008. Σήμερα, δύο μήνες ύστερα από εκείνη την επίσκεψη, κατεβαίνουμε την Αγίου Κωνσταντίνου.
Η εικόνα του κτιρίου εξωτερικά αυτές τις ήμερες δεν προϊδεάζει για το τι συμβαίνει στο εσωτερικό. Εκεί τα πάντα έχουν ξηλωθεί. Τα δομικά υλικά του 19ου αιώνα - της εποχής που χτίστηκε το κτίριο - μπλέκονται με το γκανάιτ (εκτοξευόμενο σκυρόδεμα). «Μετά από τον σεισμό του 1999 και τις ζημιές που υπέστη το κτίριο του Εθνικού Θεάτρου, n Κεντρική Σκηνή έκλεισε οριστικά και λειτουργούσε μόνο n Νέα Σκηνή» λέει καλημερίζοντάς μας ο αρχιτέκτονας Βαγγέλης Ρήγας, ο επιβλέπων το έργο από την πλευρά του Εθνικού, και συνεχίζει: «Ο Νίκος Κούρκουλος πίστευε ότι n Κεντρική Σκηνή, n βασική μονάδα του θεάτρου, έπρεπε να αποκατασταθεί και να επαναλειτουργήσει ως ένα σύγχρονο θέατρο και όχι ως ένα κτίριο-μουσείο. Ήταν μεγάλη πρόκληση. Ευτυχώς το υπουργείο Πολιτισμού δέχτηκε παράλληλα με την ανακατασκευή του κτιρίου να γίνει και αναβάθμιση των δυνατοτήτων του θεάτρου». Ο αρχιτέκτονας μας διαβεβαιώνει ότι δεν θα αλλοιωθεί στο ελάχιστο ο χαρακτήρας του κτιρίου. «Μην ξεχνάτε ότι είναι ένα από τα επτά δημόσια κτίρια της Αθήνας που ανακηρύχθηκαν διατηρητέα το 1952, μαζί με την Ακαδημία, το Πανεπιστήμιο και την Εθνική Βιβλιοθήκη» συμπληρώνει.
Για την ιστορία, η ανέγερση του κτιρίου άρχισε το 1891 με βάση τα σχέδια του γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ. Η κατασκευή ολοκληρώθηκε το φθινόπωρο του 1901 και εγκαινιάστηκε με την ονομασία Βασιλικό Θέατρο. Σύντομα όμως, κυρίως λόγω της κακής διαχείρισης αλλά και των γενικότερων οικονομικών προβλημάτων της χώρας το θέατρο έκλεισε για 24 χρόνια (1908 -1932). Χαρακτηριστικό είναι ότι χώροι του, όπως και αυτοί πολλών άλλων δημοσίων κτιρίων της εποχής, χρησιμοποιήθηκαν το 1922 για τη στέγαση προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Το 1930, επί πρωθυπουργίας Ελευθέριου Βενιζέλου και με νόμο του τότε υπουργού Παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου ιδρύθηκε ένας νέος φορέας, το Εθνικό Θέατρο. Υστέρα από δύο χρόνια, το πρώην Βασιλικό Θέατρο άνοιγε ξανά τιε πόρτες του για το κοινό ως Εθνικό.
Σε αυτή τη χρονική περίοδο τοποθετείται η «μοιραία» για τον εσωτερικό διάκοσμο ανακαίνιση. Η λογική που επικράτησε ήταν να απογυμνωθεί το κτίριο από οτιδήποτε παρέπεμπε στον βασιλικό χαρακτήρα του. Οι αλλαγές ήταν σαρωτικές. Αντιγράφουμε από την τεχνική έκθεση της μελέτης για την αποκατάσταση του κτιρίου (Δεκέμβριος 2006): «Οι επισκευαστικές εργασίες ανακαίνισης του 1930-1934 υπήρξαν καταστροφικές για σημαντικό μέρος του αρχικού διακόσμου με αποτέλεσμα να σώζονται σήμερα ελάχιστα μορφολογικά σιτοδεία της αρχικής διακόσμησης και να καθιστούν την πλήρη αποκατάσταση των χώρων του κτιρίου μια εξαιρετικά χρονοβόρα και δαπανηρή επιχείρηση, σε ορισμένες δε περιπτώσεις ανέφικτη». Μετά το 1934 η κατάσταση επιδεινώθηκε. Πραγματοποιήθηκαν τουλάχιστον άλλες τρεις ανακαινίσεις, οι οποίες πρόσθεσαν και άλλη μπογιά επάνω στις τοιχογραφίες του Τσίλερ που κοσμούσαν τις σάλες και τους κοινόχρηστους χώρους του θεάτρου το 1901.
«Μέσω των αναλύσεων που κάναμε, διαπιστώσαμε ότι υπήρχαν τρία στρώματα μπογιάς επάνω στις τοιχογραφίες» μας πληροφορεί ο Γιώργος Παυλόπουλος, επικεφαλής της ομάδας συντήρησης στο εργοτάξιο της Αγίου Κωνσταντίνου, «Το πρώτο στρώμα ήταν λαδόστοκος, το δεύτερο ασβεστόχρισμα και το τρίτο πλαστό χρώμα» προσθέτει. Λίγο παραδίπλα, συναντάμε στους σκοτεινούς διαδρόμους την Αλεξία, μια από τις νεαρές συντηρήτριες έργων τέχνης που δουλεύουν στον χώρο. «Αρχικά, n διαδικασία του καθαρισμού ήταν δύσκολη και κουραστική. Τώρα όμως n φάση του ρετούς είναι πολύ πιο ευχάριστη» μας εξηγεί, κρατώντας ένα μικρό πινέλο. Η δουλειά των κοριτσιών με τις λευκές φόρμες είναι να επαναφέρουν με προσοχή τα σχέδια και τα χρώματα που στέρησαν από τους χώρους του θεάτρου οι διαδοχικές ανακαινίσεις. Σε μια επιφάνεια 1.400 τ.μ. αποκαλύπτεται και συναιρείται ο αρχικός ζωγραφικός και γλυπτικός διάκοσμος. Στο μεγαλύτερο μέρος ωστόσο (περίπου 5.500 τ.μ,) οι φθορές. δεν επιτρέπουν τη συντήρηση. Ο διάκοσμος θα αναπαραχθεί με βάση τα αυθεντικά σχέδια (ακουαρέλες) του Ερνέστου Τσίλερ, τα οποία φυλάσσονται στα αρχεία του Εθνικού Θεάτρου.
Όσοι εργάζονται εκεί θα προσπαθήσουν τώρα να αναβιώσουν - έναν αιώνα αργότερα - τον αέρα της μεγαλοπρεπείας της πρεμιέρας του 1901 στην αίθουσα της Κεντρικής Σκηνής, με τους δύο αμφιθεατρικούς εξώστες. Γράφει στο περιοδικό «Παναθήναια» (30.11.1901) ο Βασίλειος Σκηνίτης, μεταφέροντας την ατμόσφαιρα των πανηγυρικών εγκαινίων του Βασιλικού Θεάτρου το Σάββατο 24 Νοεμβρίου 1901: «Μεγαλοπρεπέστατα τα παρά την σκnνήν διπλά θεωρεία, θαυμάσιον, θωπεύον το βλέμμα με την βελουδίνnν του απαλότητα το σκnνικόν παραπέτασμα˙ μικροί κάπως οι δύο εξώσται». Σήμερα, στον κυρίως χώρο της Κεντρικής Σκηνής όλα τα παλιά καθίσματα της πλατείας έχουν ξηλωθεί, ενώ από τους δύο εξώστες έχει απομείνει μόνο ο μεταλλικός σκελετός. «Οι καρέκλες και τα φωτιστικά της πλατείας ήταν ένα από τα θέματα για τα οποία ήθελε να έχει προσωπική. άποψη ο Νίκος Κούρκουλος» θυμάται ο αρχιτέκτονας κ. Ρήγας. Η κεντρική αίθουσα θα διατηρήσει τον διάκοσμο του 1901, ενώ οι διαστάσεις της σκηνής θα αυξηθούν για να καλύψουν τις ανάγκες των σύγχρονων θεατρικών παραγωγών. Η χωρητικότητα θα ξεπεράσει τα 600 άτομα: 292 άτομα στην πλατεία, 180 στον Α εξώστη και 148 άτομα στον Β εξώστη. Και μια λεπτομέρεια με σημασία: στη μελέτη της ανακατασκευής σημειώνεται ότι «μικρό ποσοστό των θέσεων θα είναι εξαιρετικά δυσμενούς ορατότητας ως προς τον σκηνικό χώρο». Η τοποθέτησή τους πάντως κρίνεται αναγκαία «για την αισθητική και μορφολογική. ολοκλήρωση της αίθουσας του θεάτρου». Αρκεί να μη σου τύχει να καθίσεις εκεί ...
Για λειτουργικούς λόγους, η είσοδος του ανακαινισμένου Εθνικού Θεάτρου θα μεταφερθεί από την Αγίου Κωνσταντίνου στην οδό Μενάνδρου. Παράλληλα, επισκευάζεται το παλαιό καφενείο και η αίθουσα χορού, η οποία θα λειτουργήσει ως χώρος παρουσιάσεων, διαλέξεων και γευμάτων. Στους χώρους της παλαιάς Νέας Σκηνή θα στεγαστεί το ιστορικό αρχείο-βιβλιοθήκη του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο θα λειτουργεί ως κέντρο τεκμηρίωσης και έρευνας. Η Νέα Σκηνή θα μετακομίσει στην επέκταση του κτιρίου και θα συνδέεται εσωτερικά με το διατηρητέο τμήμα μέσα από το καινούργιο κεντρικό φουαγέ της οδού Μενάνδρου. Θα είναι η δεύτερη σκηνή του θεάτρου και θα ονομαστεί «Σκηνή Νίκος Κούρκουλος».
Βγαίνοντας από το εργοτάξιο κατευθυνόμαστε στα παρακείμενα γραφεία του Εθνικού, αναζητώντας τον νέο καλλιτεχνικό του διευθυντή. Από το γραφείο του Γιάννη Χουβαρδά μας πληροφορούν ότι δεν θα τοποθετηθεί για κανένα θέμα του θεάτρου ως ότου αναλάβει επισήμως καθήκοντα. Μόλις αυτό συμβεί, θα κληθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της επάρκειας των κονδυλίων για την ολοκλήρωση του έργου ... δίχως εκπτώσεις και συμβιβασμούς. Τι σημαίνει αυτό; Μάθαμε, για παράδειγμα, ότι ο βαθμός στον οποίο θα αναπαραχθεί ο αυθεντικό διάκοσμος του Τσίλερ στην Αίθουσα Χορού (ένα τμήμα του θεάτρου που έχει υποστεί τις μεγαλύτερες καταστροφές και στο οποίο δεν έχουν αρχίσει οι εργασίες συντήρησης) εξαρτάται από το πόσα χρήματα θα διατεθούν για αυτόν τον σκοπό.
Του Αργύρη Παπαστάθη