
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - ΓΕΩτρόπιο"Ενας γεωαστροφυσικός περίπατος ξαναγεννιέται"
Η δημιουργία του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου στο χώρο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, στο λόφο των Νυμφών, στοχεύει στη διατήρηση και ανάδειξη του ιστορικού χώρου του Αστεροσκοπείου καλύπτοντας έτσι ένα κενό στην πολιτιστική και γεωαστροφυσική εκπαίδευση.
Σ την αρχαία πόλη των Αθηνών δέσποζαν επτά σημαντικοί λόφοι, ο Ιερός Βράχος, όπου και η Ακρόπολη των Αθηνών, ο λόφος του Αρείου Πάγου, ο λόφος των Μουσών, ο λόφος της Πνύκας, ο λόφος των Νυμφών, ο λόφος του Λυκαβηττού και ο λόφος του Αρδηττού. Αυτούς τους λόφους, ορισμένοι από τους οποίους ονομάζονταν και «πάγοι» (βλ. Άρειος Πάγος), η αθηναϊκή κοινωνία τούς χρησιμοποίησε για θρησκευτικές και λειτουργικές εκδηλώσεις. Εκεί πραγματοποιούνταν δημόσιες δραστηριότητες, δίκες, σπουδαίες τελετές, αλλά και ενημέρωση του κοινού για αστρομετεωρολογικά γεγονότα. Πριν από τον Αριστοτέλη τα μετεωρολογικά φαινόμενα συνδέονταν με τους αστερισμούς και με άλλα φαινόμενα του Διαστήματος. Η ενημέρωσή τους γινόταν στην Πνύκα, όπου ήταν εγκατεστημένο το Ηλιοτρόπιο του Μέτωνος, και στην οποία πιθανότατα υπήρχαν χαραγμένες κλιματικές πληροφορίες στα παραπήγματα, αντίγραφα των οποίων έχουν βρεθεί στη Μίλητο και βρίσκονται στο Μουσείο της Περγάμου στο Βερολίνο. Τα παραπήγματα ήταν λαξευμένες πέτρες στις οποίες είχαν χαραχτεί οι αστρομετεωρολογικές πληροφορίες. Τη θέση της Πνύκας πιθανότατα επέλεξε ο Μέτων τον 50 αιώνα π.Χ. διότι βρίσκεται στο σημείο τομής δύο ευθειών. Η μία ευθεία είναι σε προσέγγιση η προέκταση του μεγάλου άξονα της ελλείψεως που διαμορφώνει η κάτοψη του Ιερού Βράχου, η οποία προεκτεινόμενη περνάει πάνω από την Πνύκα και καταλήγει στο σημείο που δύει ο Ήλιος την εαρινή ισημερία (21 Μαρτίου). Η άλλη ευθεία ορίζεται από την Πνύκα και την κορυφή του Λυκαβηττού (όπου λατρευόταν ο Λύκειος Απόλλων), η οποία προεκτεινόμενη συναντά το σημείο στο οποίο ανατέλλει ο Ήλιος πάνω από τον Λυκαβηττό στο θερινό ηλιοστάσιο (21 Ιουνίου). Οι δύο αυτές ημερομηνίες ήταν χαρακτηριστικές, διότι με καθαρά αστρονομικά δεδομένα προσδιόριζαν δύο χαρακτηριστικές ημέρες του έτους, γνώση που ήταν απαραίτητη και για τις θρησκευτικές τελετές.
Περίπου 24 αιώνες μετά τον Μέτωνα , ο Σερραίος βαρόνος Γεώργιος Σίνας με την προτροπή ενός από τους πρώτους καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, του Γεωργίου Βούρη, πρότεινε το 1840 στην ελληνική κυβέρνηση την ίδρυση ενός Εθνικού Αστεροσκοπείου, τα έξοδα του οποίου θα αναλάμβανε πλήρως ο ίδιος. Μεταξύ των προταθέντων λόφων του Αγχέσμου, της Ακροπόλεως, του Λυκαβηττού και των Νυμφών, επέλεξαν τον τελευταίο ως τον καταλληλότερο για την τοποθέτηση του πρώτου ελληνικού ερευνητικού ιδρύματος. Στις 28 Ιουνίου του 1842 ετέθη ο θεμέλιος λίθος και η τελετή των εγκαινίων συνέπεσε με έκλειψη Ηλίου και περιγράφεται γλαφυρά από τον Δανό ιστορικό και γεωγράφο Κέπεν (A.L. Köppen). Αρχιτέκτονας του Αστεροσκοπείου ήταν ο Θεόφιλος Χάνσεν, ο οποίος συνεργάστηκε με τον τότε διάσημο αστρονόμο του Πανεπιστημίου της Αλτόνα, Σουμάχερ (Schumacher). Η κατασκευή του Αστεροσκοπείου περατώθηκε την άνοιξη του 1846 και το όλο εγχείρημα κόστισε μισό εκατομμύριο δραχμές. Τα πρώτα επιστημονικά όρ¬γανα αγοράστηκαν επίσης από τον βαρόνο Γ. Σίνα.
Το 1858 ο νέος μαικήνας του Αστεροσκοπείου, Σίμων Σίνας, υιός του Γεωργίου Σίνα, διόρισε τον Γερμανό αστρονόμο Σμιτ διευθυντή του Αστεροσκοπείου. Στο διάστημα της 26ετούς θητείας του, ο Σμιτ πραγματοποίησε πλήθος αστρονομικών, μετεωρολογικών, υψομετρικών και γεωφυσικών παρατηρήσεων, τις οποίες δημοσίευσε σε δύο σειρές με τίτλο «Δημοσιεύσεις του Αστεροσκοπείου Αθηνών». Ο Σμιτ ξεκίνησε το 1858 τη μακρά χρονοσειρά κλιματολογικών παρατηρήσεων που έχει η χώρα μας, παρατηρήσεις οι οποίες δεν ανεκόπησαν ούτε και όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής έριχναν εκφοβιστικές βολές στην είσοδο του ιστορικού κτηρίου του Σίνα. Δύο σημάδια από σφαίρες υπάρχουν ακόμη και σήμερα στην κύρια είσοδο του ιστορικού κτηρίου. Εκτός από το κλιματολογικό και αστρονομικό έργο, ο Σμιτ, μέσα σε 20 χρόνια κατασκεύασε το σπουδαίο τοπογραφικό χάρτη της Σελήνης, ο οποίος περιέχει 30.000 κρατήρες και στον οποίο αναφέρεται και ο Ιούλιος Βερν στο βιβλίο του «Ο περίπλους της Σελήνης».
Μετά το θάνατο του Σμιτ το Αστεροσκοπείο περιέπεσε στην αφάνεια και το αναβίωσε στη δεκαετία του 1890 ο Δημήτριος Αιγινήτης, τον οποίο μετακάλεσε από το Παρίσι η κυβέρνηση Δηλιγιάννη. Ο Δημήτριος Αιγινήτης όχι μόνον αναβίωσε το όραμα της οικογένειας Σίνα, του Βούρη και του Σμιτ, αλλά προχώρησε στην κατασκευή νέων εγκαταστάσεων και στην ανεύρεση νέων δωρητών, όπως ο Συγγρός, ο Κοργιαλένης, ο Δωρίδης, με τα χρήματα των οποίων δημιουργήθηκαν οι αρχές της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, οργανώθηκαν οι μεσημβρινέ; παρατηρήσεις και ξεκίνησε η συστηματική παρακολούθηση των σεισμών και άλλων γεωφυσικών παραμέτρων, ακόμη και των μετρήσεων του ατμοσφαιρικού όζοντος της εποχής. Είναι ενδιαφέρον εδώ ότι κατά τις εργασίες αποκατάστασης των κτηρίων του Αστεροσκοπείου αποκαλύφθηκε ότι τουλάχιστον δύο από τα κτήρια που χτίστηκαν τότε (το κτήριο του Διοικητηρίου και εκείνο των μεσημβρινών παρατηρήσεων) σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Ερνστ Τσίλερ, με εργολάβο τον αείμνηστο Θεοδωρόπουλο, όπως αναφέρουν στα Πεπραγμένα των Πρυτανικών Αρχών του Πανεπιστημίου Αθηνών οι πρυτάνεις Χρηστομάνος; (1898) και Μαγγίνας (1899).
Η ανατολή του 20ού αιώνα βρίσκει το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών στην πρώτη γραμμή της έρευνας των γεωφυσικών φαινομένων παγκοσμίως. Μετά το θάνατο του Αιγινήτου, στις αρχές της δεκαετίας του '30, το Αστεροσκοπείο υπέστη πολλές μεταλλάξεις, καλές και κακές. Στη δεκαετία του '30 απώλεσε το Δίκτυο Μετεωρολογικών Σταθμών, το οποίο ίδρυσε ο Αιγινήτης, με την ίδρυση της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. Όμως συνέχισε να αναπτύσσει τις δραστηριότητες του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, του Μετεωρολογικού Ινστιτούτου και βεβαίως του Αστρονομικού Ινστιτούτου. Σικ; δεκαετίες του '60 και του '70 απέκτησε τις εγκαταστάσεις στην Πεντέλη και στο Κρυονέρι Κορινθίας. Πρόσφατα το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών εγκατέστησε το υπερσύγχρονο τηλεσκόπιο «Αρίσταρχος» στα Καλάβρυτα και την υποδομή του αστροσωματιδιακού πειράματος «Νέστωρ» στην Πύλο της Μεσσηνίας. Τα τελευταία δύο χρόνια απέκτησε ξανά δικό του μετεωρολογικό δίκτυο, με περίπου 70 σταθμούς σε όλη τη χώρα. Επίσης απέκτησε προσωπικό και την απαραίτητη υποδομή για να ερευνήσει με επιτυχία τη δυνατότητα μεσοβραχυπρόθεσμης μετεωρολογικής πρόβλεψης αλλά και τη μελέτη των κλιματικών μεταβολών. Ανέπτυξε ειδικό εργαστήριο παρακολούθησης της ποιότητας του περιβάλλοντος και ειδική ομάδα ανάπτυξης ερευνών στην εξοικονόμηση ενέργειας από τον κατασκευαστικό τομέα. Επίσης; απέκτησε και συντονίζει το Εθνικό Σεισμολογικό Δίκτυο, δίκτυο επιταχυνσιογράφων και παλιρροιογράφων και εκσυγχρόνισε το Ινστιτούτο Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης. Το Ινστιτούτο αυτό είχε ιδρυθεί ήδη από τον αείμνηστο Αναστασιάδη τη δεκαετία του '50 ως lοντοσφαιρικό Ινστιτούτο και σήμερα αποτελεί το βασικό κέντρο αναφοράς για διαστημικές εφαρμογές στη χώρα μας, ιδίως τα τελευταία τρία χρόνια, μετά την ένταξη της Ελλάδας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διαστήματος.
Όλη αυτή η τεράστια υποδομή, στην οποία συμμετέχουν περί τους 200 επιστήμονες εντός και εκτός του Ιδρύματος, συντηρήθηκε και τα ιστορικά και σπουδαία αρχεία, όπως και τα ιστορικά κτήρια αποκαταστάθηκαν. Το συντηρημένο κτήριο του Χάνσεν και το κτήριο της Μεσημβρινής Τράπεζας του Τσίλερ μαζί με το Γεωαστροφυσικό Περίπατο εγκαινιάστηκαν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια και θα λειτουργήσουν για την εκπαίδευση των ενδιαφερομένων στην ιστορία των γεωφυσικών παρατηρήσεων που έγιναν σε αυτό το Ίδρυμα τα προηγούμενα 160 χρόνια, αλλά και με πληροφορίες της ιστορίας των παρατηρήσεων των αρχαίων Ελλήνων. Με τα εγκαίνια του Μουσείου Γεωαστροφυσικής, του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου και τη δημιουργία Βοτανικού Κήπου στο λόφο των Νυμφών, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών θα συνεχίσει τη μακρά παράδοση που έχει στη διδασκαλία του περιβάλλοντος σε όλες τκ; βαθμίδες της εκπαίδευσης, κάτι το οποίο είχαν ήδη οραματιστεί σπουδαίοι επιστήμονες που διετέλεσαν διευθυντές του Αστεροσκοπείου, όπως οι ακαδημαϊκοί Δ. Αιγινήτης, Ι. Ξανθάκης, Η. Μαριολόπουλος, Γ. Κοντόπουλος, Σ. Πλακίδης, Γεώργιος Βέης κ.ά.
Τις επισκευές των ιστορικών κτηρίων του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, τα οποία είχαν υποστεί σοβαρότατες βλάβες, ανέλαβε συνεργείο ειδικών υπό τον συντηρητή Γεώργιο Παυλόπουλο και με την ανιδιοτελή συνδρομή στελεχών από το τεχνικό προ-σωπικό του ΕΑΑ και κυρίως από τους επίσης ανιδιοτελώς εργασθέντες αρχιτέκτονες Β. Γκανιάτσα, Σ. Ζερεφό και Χ. Σταυροπούλου. Μάλιστα, οι αρχιτέκτονες σχεδίασαν και το Γεωαστροφυσικό Περίπατο, ο οποίος ουσιαστικά συνδέει το χώρο της Πνύκας, όπου βρίσκεται και ο λεγόμενος Θόλος του Δωρίδη, με τκ; εγκαταστάσεις του ΕΑΑ και τελική κατάληξη στο μετατραπέν σε Μουσείο ιστορικό κτήριο του Χάνσεν.
Η δημιουργία του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου στο χώρο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο λόφο των Νυμφών, σε σύνδεση με τον κλασικό περίπατο γύρω από το Βράχο της Ακρόπολης και τους άλλους δυνατούς περιπάτους στην περιοχή, με τη γενική ονομασία «Αθηναϊκός Περίπατος», στοχεύει στη διατήρηση και ανάδειξη του ιστορικού χώρου του Αστεροσκοπείου καλύπτοντας έτσι ένα κενό στην πολιτιστική και γεωαστροφυσική εκπαίδευση στη χώρα μας. Ο Περίπατος περιλαμβάνει, εκτός; από την αποκατάσταση των ιστορικών κτηρίων, την επανάχρησή τους για μουσειακές και εκπαιδευτικές λειτουργίες, καθώς και τη διαμόρφωση του υπαίθριου χώρου, ώστε να δημιουργηθεί ένας θεματικός περίπατος με αναφορές στη γη και στα ουράνια σώματα, υψηλή; εκπαιδευτικής, ιστορικής και πολιτισμικής σημασίας με παγκόσμια ακτινοβολία.
Η υλοποίηση του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου έγινε με τη χάραξη στο λόφο των Νυμφών μιας διαδρομής εν είδει σπείρας. Η έμπνευση αυτής της σπείρας, με τη μορφή μιας περιστρεφόμενης δίνης-στροβίλου, έγινε με σκοπό να συνδέσει τις διαρκείς στροβιλοειδείς κινήσεις που παρατηρούνται από τη μικροκλίμακα των γήινων ρευστών στη Γη μέχρι τη μεγακλίμακα των κινήσεων στους γαλαξίες. Ο Περίπατος ως οργανωμένος υπαίθριος χώρος χαράχτηκε σε σχέση με τα κτήρια του Αστεροσκοπείου ώστε να είναι δυνατή η λειτουργική και νοηματική σχέση με αυτά. Στον Περίπατο θα ενταχθεί και ένα αντίγραφο του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, ο οποίος σε μία από τις κλίμακές του περιγράφει και τον κύκλο του Μέτωνος. Η συσκευή αυτή έχει ήδη παραγγελθεί και θα τοποθετηθεί προσεχώς.
Η σύνδεση του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου με τον Αθηναϊκό Περίπατο, η οποία ξεκινά από την Πνύκα, ουσιαστικά συμπληρώνει ένα μεγάλο κενό που υπάρχει στην αρχαιολογική ξενάγηση των χιλιάδων τουριστών, οι οποίοι έρχονται να θαυμάσουν τα έργα του Φειδία και τις απαράμιλλες γεωμετρικές γνώσεις στα κτήρια του Ιερού Βράχου με τκ; επιστημονικές παρατηρήσεις που γίνονταν στην περιοχή και οι οποίες έδωσαν το φως στη Δύση, έστω και αν οι βάρβαροι κατακτητές μέσα σε τόσους αιώνες προσπάθησαν να τις σβήσουν. Οι αστρονομικές και μετεωρολογικές γνώσεις μεταλαμπαδεύτηκαν από την Αθήνα στην Αλεξάνδρεια και η «Αλμαγέστη» του Πτολεμαίου, όπως και τα «Μετεωρολογικά» του Αριστοτέλη διδάσκονταν μέχρι την Αναγέννηση σε όποιον πολιτισμένο κόσμο δημιουργούνταν και έσβηνε τότε. Από την Αλεξάνδρεια το φως της γνώσης μεταλαμπαδεύτηκε στην Αντιόχεια, από την Αντιόχεια στην Κωνσταντινούπολη και από την Κωνσταντινούπολη στη Δύση.
Η αναβίωση αυτής της ιστορικής διαδρομής της γνώσης και της έρευνας των γεωφυσικών φαινομένων μέσα στους τελευταίους 25 αιώνες ήταν το όραμα που οδήγησε σε αυτή την προσπάθεια αναμόρφωσης των κτηριακών εγκαταστάσεων και λειτουργιών του ΕΑΑ στο λόφο των Νυμφών. Είναι ο μοναδικός χώρος που έχει τόσο μεγάλη σημασία όχι μόνο για την ιστορία των επιστημών αλλά και για την ιστορία της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, γιατί είναι ο μόνος χώρος που έχει δύο ή και τρία κτήρια του Τσίλερ και ένα κτήριο του Θεόφιλου Χάνσεν σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κτήρια του Τσίλερ είχαν ίσως διαφύγει της προσοχής της αρχιτεκτονικής κοινότητας, διότι όλοι οι αρχιτέκτονες μετά τον Χάνσεν ασχολήθηκαν με την αποτύπωση αυτού του σπουδαίου μνημείου που δεσπόζει στην περιοχή. Είναι επίσης ενδιαφέρον να τονιστεί ότι και το κτήριο που στεγάζει τη Μεσημβρινή Τράπεζα αποτελεί ίσως το μοναδικό έργο που έφτιαξε ο Ερνστ Τσίλερ για να στεγάσει πειραματικό εργαστήριο.
Το Μουσείο Γεωαστροφυσικής περιλαμβάνει μερικά από τα σπανιότερα όργανα που είτε καθόριζαν το χρόνο είτε πραγματοποιούσαν αστρονομικές, γεωδετικές, μετεωρολογικές και σεισμολογικές μετρήσεις. Εκτός από τα μεγάλα τηλεσκόπια του 19ου αιώνα, εκτίθενται και μικρότερα όπως ο «Κύκλος του Borda», κατασκευής 1798, το οποίο χρησιμοποίησε η Γαλλική Χαρτογραφική Εταιρεία για τη χαρτογράφηση του Αιγαίου το 1810, και όργανα που πραγματικά έμειναν στην ιστορία, όπως μετεωρολογικά αυτογραφικά και σεισμολογικά όργανα του 19ου αιώνα. Επίσης εκτίθεται μία από τις πρώτες συσκευές μέτρησης του όζοντος στην Αθήνα, κατασκευής 1880, ένα ιστορικό όργανο, από τα πρώτα που μέτρησαν στη Ν. Ζηλανδία την τρύπα του όζοντος τη δεκαετία του 1880 και βεβαίως ιστορικές φωτογραφίες της Σελήνης και ο σπουδαιότατος χάρτης της Σελήνης του Σμιτ.
Μέσα στο Μουσείο φιλοξενείται η πλήρως ανακαινισθείσα και συντηρηθείσα ιστορική Βιβλιοθήκη του Αιγινήτου. Οι τόμοι συντηρήθηκαν και απεντομώθηκαν και αυτή τη στιγμή ταξινομούνται και τα εκατοντάδες χειρόγραφα παρατηρήσεων του 19ου αιώνα. Τα εκθέματα στο Μουσείο τοποθετήθηκαν σε συνεργασία με τον κ. Ε. Νικολαΐδη και πρόκειται να προκηρυχθεί μουσειολογική μελέτη για τη βελτίωση της παρουσίασης των εκθεμάτων και των υπόλοιπων χειρογράφων και φωτογραφιών του Ιδρύματος. Λεπτομέρειες για το όλο εγχείρημα θα μπορεί να βρει ο αναγνώστης στην υπό δημοσίευση πραγματεία της Ακαδημίας Αθηνών «Αι Επτάλοφοι Αθήναι και το Εθνικόν Αστεροσκοπείον Αθηνών» (Χρήστος Ζερεφός, Αρχιτέκτονες: Βασίλης Γκανιάτσας, Στέλιος Ζερεφός, Χρυσή Σταυροπούλου, Χρήστος Τέσσας, Αποκατάσταση Μνημείων: Γιώργος Παυλόπουλος, Μάρα Χατζηνικολάου, Ιστορικοί: Ευθύμιος Νικολαΐδης, Όλγα Δακουρά¬Βογιατζόγλου, Συνεργάτες: Μωυσής Κουρουζίδης, Σπύρος Μούντριχας, Μεταξία Τσουκάτου).
Του Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού, προέδρου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών
Φωτογραφίες: Στέλιος Χ. Ζερεφός, Β. Γκανιάτσας, Ε. Νικολαϊδης
Σ την αρχαία πόλη των Αθηνών δέσποζαν επτά σημαντικοί λόφοι, ο Ιερός Βράχος, όπου και η Ακρόπολη των Αθηνών, ο λόφος του Αρείου Πάγου, ο λόφος των Μουσών, ο λόφος της Πνύκας, ο λόφος των Νυμφών, ο λόφος του Λυκαβηττού και ο λόφος του Αρδηττού. Αυτούς τους λόφους, ορισμένοι από τους οποίους ονομάζονταν και «πάγοι» (βλ. Άρειος Πάγος), η αθηναϊκή κοινωνία τούς χρησιμοποίησε για θρησκευτικές και λειτουργικές εκδηλώσεις. Εκεί πραγματοποιούνταν δημόσιες δραστηριότητες, δίκες, σπουδαίες τελετές, αλλά και ενημέρωση του κοινού για αστρομετεωρολογικά γεγονότα. Πριν από τον Αριστοτέλη τα μετεωρολογικά φαινόμενα συνδέονταν με τους αστερισμούς και με άλλα φαινόμενα του Διαστήματος. Η ενημέρωσή τους γινόταν στην Πνύκα, όπου ήταν εγκατεστημένο το Ηλιοτρόπιο του Μέτωνος, και στην οποία πιθανότατα υπήρχαν χαραγμένες κλιματικές πληροφορίες στα παραπήγματα, αντίγραφα των οποίων έχουν βρεθεί στη Μίλητο και βρίσκονται στο Μουσείο της Περγάμου στο Βερολίνο. Τα παραπήγματα ήταν λαξευμένες πέτρες στις οποίες είχαν χαραχτεί οι αστρομετεωρολογικές πληροφορίες. Τη θέση της Πνύκας πιθανότατα επέλεξε ο Μέτων τον 50 αιώνα π.Χ. διότι βρίσκεται στο σημείο τομής δύο ευθειών. Η μία ευθεία είναι σε προσέγγιση η προέκταση του μεγάλου άξονα της ελλείψεως που διαμορφώνει η κάτοψη του Ιερού Βράχου, η οποία προεκτεινόμενη περνάει πάνω από την Πνύκα και καταλήγει στο σημείο που δύει ο Ήλιος την εαρινή ισημερία (21 Μαρτίου). Η άλλη ευθεία ορίζεται από την Πνύκα και την κορυφή του Λυκαβηττού (όπου λατρευόταν ο Λύκειος Απόλλων), η οποία προεκτεινόμενη συναντά το σημείο στο οποίο ανατέλλει ο Ήλιος πάνω από τον Λυκαβηττό στο θερινό ηλιοστάσιο (21 Ιουνίου). Οι δύο αυτές ημερομηνίες ήταν χαρακτηριστικές, διότι με καθαρά αστρονομικά δεδομένα προσδιόριζαν δύο χαρακτηριστικές ημέρες του έτους, γνώση που ήταν απαραίτητη και για τις θρησκευτικές τελετές.
Περίπου 24 αιώνες μετά τον Μέτωνα , ο Σερραίος βαρόνος Γεώργιος Σίνας με την προτροπή ενός από τους πρώτους καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, του Γεωργίου Βούρη, πρότεινε το 1840 στην ελληνική κυβέρνηση την ίδρυση ενός Εθνικού Αστεροσκοπείου, τα έξοδα του οποίου θα αναλάμβανε πλήρως ο ίδιος. Μεταξύ των προταθέντων λόφων του Αγχέσμου, της Ακροπόλεως, του Λυκαβηττού και των Νυμφών, επέλεξαν τον τελευταίο ως τον καταλληλότερο για την τοποθέτηση του πρώτου ελληνικού ερευνητικού ιδρύματος. Στις 28 Ιουνίου του 1842 ετέθη ο θεμέλιος λίθος και η τελετή των εγκαινίων συνέπεσε με έκλειψη Ηλίου και περιγράφεται γλαφυρά από τον Δανό ιστορικό και γεωγράφο Κέπεν (A.L. Köppen). Αρχιτέκτονας του Αστεροσκοπείου ήταν ο Θεόφιλος Χάνσεν, ο οποίος συνεργάστηκε με τον τότε διάσημο αστρονόμο του Πανεπιστημίου της Αλτόνα, Σουμάχερ (Schumacher). Η κατασκευή του Αστεροσκοπείου περατώθηκε την άνοιξη του 1846 και το όλο εγχείρημα κόστισε μισό εκατομμύριο δραχμές. Τα πρώτα επιστημονικά όρ¬γανα αγοράστηκαν επίσης από τον βαρόνο Γ. Σίνα.
Το 1858 ο νέος μαικήνας του Αστεροσκοπείου, Σίμων Σίνας, υιός του Γεωργίου Σίνα, διόρισε τον Γερμανό αστρονόμο Σμιτ διευθυντή του Αστεροσκοπείου. Στο διάστημα της 26ετούς θητείας του, ο Σμιτ πραγματοποίησε πλήθος αστρονομικών, μετεωρολογικών, υψομετρικών και γεωφυσικών παρατηρήσεων, τις οποίες δημοσίευσε σε δύο σειρές με τίτλο «Δημοσιεύσεις του Αστεροσκοπείου Αθηνών». Ο Σμιτ ξεκίνησε το 1858 τη μακρά χρονοσειρά κλιματολογικών παρατηρήσεων που έχει η χώρα μας, παρατηρήσεις οι οποίες δεν ανεκόπησαν ούτε και όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής έριχναν εκφοβιστικές βολές στην είσοδο του ιστορικού κτηρίου του Σίνα. Δύο σημάδια από σφαίρες υπάρχουν ακόμη και σήμερα στην κύρια είσοδο του ιστορικού κτηρίου. Εκτός από το κλιματολογικό και αστρονομικό έργο, ο Σμιτ, μέσα σε 20 χρόνια κατασκεύασε το σπουδαίο τοπογραφικό χάρτη της Σελήνης, ο οποίος περιέχει 30.000 κρατήρες και στον οποίο αναφέρεται και ο Ιούλιος Βερν στο βιβλίο του «Ο περίπλους της Σελήνης».
Μετά το θάνατο του Σμιτ το Αστεροσκοπείο περιέπεσε στην αφάνεια και το αναβίωσε στη δεκαετία του 1890 ο Δημήτριος Αιγινήτης, τον οποίο μετακάλεσε από το Παρίσι η κυβέρνηση Δηλιγιάννη. Ο Δημήτριος Αιγινήτης όχι μόνον αναβίωσε το όραμα της οικογένειας Σίνα, του Βούρη και του Σμιτ, αλλά προχώρησε στην κατασκευή νέων εγκαταστάσεων και στην ανεύρεση νέων δωρητών, όπως ο Συγγρός, ο Κοργιαλένης, ο Δωρίδης, με τα χρήματα των οποίων δημιουργήθηκαν οι αρχές της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, οργανώθηκαν οι μεσημβρινέ; παρατηρήσεις και ξεκίνησε η συστηματική παρακολούθηση των σεισμών και άλλων γεωφυσικών παραμέτρων, ακόμη και των μετρήσεων του ατμοσφαιρικού όζοντος της εποχής. Είναι ενδιαφέρον εδώ ότι κατά τις εργασίες αποκατάστασης των κτηρίων του Αστεροσκοπείου αποκαλύφθηκε ότι τουλάχιστον δύο από τα κτήρια που χτίστηκαν τότε (το κτήριο του Διοικητηρίου και εκείνο των μεσημβρινών παρατηρήσεων) σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Ερνστ Τσίλερ, με εργολάβο τον αείμνηστο Θεοδωρόπουλο, όπως αναφέρουν στα Πεπραγμένα των Πρυτανικών Αρχών του Πανεπιστημίου Αθηνών οι πρυτάνεις Χρηστομάνος; (1898) και Μαγγίνας (1899).
Η ανατολή του 20ού αιώνα βρίσκει το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών στην πρώτη γραμμή της έρευνας των γεωφυσικών φαινομένων παγκοσμίως. Μετά το θάνατο του Αιγινήτου, στις αρχές της δεκαετίας του '30, το Αστεροσκοπείο υπέστη πολλές μεταλλάξεις, καλές και κακές. Στη δεκαετία του '30 απώλεσε το Δίκτυο Μετεωρολογικών Σταθμών, το οποίο ίδρυσε ο Αιγινήτης, με την ίδρυση της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. Όμως συνέχισε να αναπτύσσει τις δραστηριότητες του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, του Μετεωρολογικού Ινστιτούτου και βεβαίως του Αστρονομικού Ινστιτούτου. Σικ; δεκαετίες του '60 και του '70 απέκτησε τις εγκαταστάσεις στην Πεντέλη και στο Κρυονέρι Κορινθίας. Πρόσφατα το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών εγκατέστησε το υπερσύγχρονο τηλεσκόπιο «Αρίσταρχος» στα Καλάβρυτα και την υποδομή του αστροσωματιδιακού πειράματος «Νέστωρ» στην Πύλο της Μεσσηνίας. Τα τελευταία δύο χρόνια απέκτησε ξανά δικό του μετεωρολογικό δίκτυο, με περίπου 70 σταθμούς σε όλη τη χώρα. Επίσης απέκτησε προσωπικό και την απαραίτητη υποδομή για να ερευνήσει με επιτυχία τη δυνατότητα μεσοβραχυπρόθεσμης μετεωρολογικής πρόβλεψης αλλά και τη μελέτη των κλιματικών μεταβολών. Ανέπτυξε ειδικό εργαστήριο παρακολούθησης της ποιότητας του περιβάλλοντος και ειδική ομάδα ανάπτυξης ερευνών στην εξοικονόμηση ενέργειας από τον κατασκευαστικό τομέα. Επίσης; απέκτησε και συντονίζει το Εθνικό Σεισμολογικό Δίκτυο, δίκτυο επιταχυνσιογράφων και παλιρροιογράφων και εκσυγχρόνισε το Ινστιτούτο Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης. Το Ινστιτούτο αυτό είχε ιδρυθεί ήδη από τον αείμνηστο Αναστασιάδη τη δεκαετία του '50 ως lοντοσφαιρικό Ινστιτούτο και σήμερα αποτελεί το βασικό κέντρο αναφοράς για διαστημικές εφαρμογές στη χώρα μας, ιδίως τα τελευταία τρία χρόνια, μετά την ένταξη της Ελλάδας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διαστήματος.
Όλη αυτή η τεράστια υποδομή, στην οποία συμμετέχουν περί τους 200 επιστήμονες εντός και εκτός του Ιδρύματος, συντηρήθηκε και τα ιστορικά και σπουδαία αρχεία, όπως και τα ιστορικά κτήρια αποκαταστάθηκαν. Το συντηρημένο κτήριο του Χάνσεν και το κτήριο της Μεσημβρινής Τράπεζας του Τσίλερ μαζί με το Γεωαστροφυσικό Περίπατο εγκαινιάστηκαν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια και θα λειτουργήσουν για την εκπαίδευση των ενδιαφερομένων στην ιστορία των γεωφυσικών παρατηρήσεων που έγιναν σε αυτό το Ίδρυμα τα προηγούμενα 160 χρόνια, αλλά και με πληροφορίες της ιστορίας των παρατηρήσεων των αρχαίων Ελλήνων. Με τα εγκαίνια του Μουσείου Γεωαστροφυσικής, του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου και τη δημιουργία Βοτανικού Κήπου στο λόφο των Νυμφών, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών θα συνεχίσει τη μακρά παράδοση που έχει στη διδασκαλία του περιβάλλοντος σε όλες τκ; βαθμίδες της εκπαίδευσης, κάτι το οποίο είχαν ήδη οραματιστεί σπουδαίοι επιστήμονες που διετέλεσαν διευθυντές του Αστεροσκοπείου, όπως οι ακαδημαϊκοί Δ. Αιγινήτης, Ι. Ξανθάκης, Η. Μαριολόπουλος, Γ. Κοντόπουλος, Σ. Πλακίδης, Γεώργιος Βέης κ.ά.
Τις επισκευές των ιστορικών κτηρίων του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, τα οποία είχαν υποστεί σοβαρότατες βλάβες, ανέλαβε συνεργείο ειδικών υπό τον συντηρητή Γεώργιο Παυλόπουλο και με την ανιδιοτελή συνδρομή στελεχών από το τεχνικό προ-σωπικό του ΕΑΑ και κυρίως από τους επίσης ανιδιοτελώς εργασθέντες αρχιτέκτονες Β. Γκανιάτσα, Σ. Ζερεφό και Χ. Σταυροπούλου. Μάλιστα, οι αρχιτέκτονες σχεδίασαν και το Γεωαστροφυσικό Περίπατο, ο οποίος ουσιαστικά συνδέει το χώρο της Πνύκας, όπου βρίσκεται και ο λεγόμενος Θόλος του Δωρίδη, με τκ; εγκαταστάσεις του ΕΑΑ και τελική κατάληξη στο μετατραπέν σε Μουσείο ιστορικό κτήριο του Χάνσεν.
Η δημιουργία του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου στο χώρο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο λόφο των Νυμφών, σε σύνδεση με τον κλασικό περίπατο γύρω από το Βράχο της Ακρόπολης και τους άλλους δυνατούς περιπάτους στην περιοχή, με τη γενική ονομασία «Αθηναϊκός Περίπατος», στοχεύει στη διατήρηση και ανάδειξη του ιστορικού χώρου του Αστεροσκοπείου καλύπτοντας έτσι ένα κενό στην πολιτιστική και γεωαστροφυσική εκπαίδευση στη χώρα μας. Ο Περίπατος περιλαμβάνει, εκτός; από την αποκατάσταση των ιστορικών κτηρίων, την επανάχρησή τους για μουσειακές και εκπαιδευτικές λειτουργίες, καθώς και τη διαμόρφωση του υπαίθριου χώρου, ώστε να δημιουργηθεί ένας θεματικός περίπατος με αναφορές στη γη και στα ουράνια σώματα, υψηλή; εκπαιδευτικής, ιστορικής και πολιτισμικής σημασίας με παγκόσμια ακτινοβολία.
Η υλοποίηση του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου έγινε με τη χάραξη στο λόφο των Νυμφών μιας διαδρομής εν είδει σπείρας. Η έμπνευση αυτής της σπείρας, με τη μορφή μιας περιστρεφόμενης δίνης-στροβίλου, έγινε με σκοπό να συνδέσει τις διαρκείς στροβιλοειδείς κινήσεις που παρατηρούνται από τη μικροκλίμακα των γήινων ρευστών στη Γη μέχρι τη μεγακλίμακα των κινήσεων στους γαλαξίες. Ο Περίπατος ως οργανωμένος υπαίθριος χώρος χαράχτηκε σε σχέση με τα κτήρια του Αστεροσκοπείου ώστε να είναι δυνατή η λειτουργική και νοηματική σχέση με αυτά. Στον Περίπατο θα ενταχθεί και ένα αντίγραφο του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, ο οποίος σε μία από τις κλίμακές του περιγράφει και τον κύκλο του Μέτωνος. Η συσκευή αυτή έχει ήδη παραγγελθεί και θα τοποθετηθεί προσεχώς.
Η σύνδεση του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου με τον Αθηναϊκό Περίπατο, η οποία ξεκινά από την Πνύκα, ουσιαστικά συμπληρώνει ένα μεγάλο κενό που υπάρχει στην αρχαιολογική ξενάγηση των χιλιάδων τουριστών, οι οποίοι έρχονται να θαυμάσουν τα έργα του Φειδία και τις απαράμιλλες γεωμετρικές γνώσεις στα κτήρια του Ιερού Βράχου με τκ; επιστημονικές παρατηρήσεις που γίνονταν στην περιοχή και οι οποίες έδωσαν το φως στη Δύση, έστω και αν οι βάρβαροι κατακτητές μέσα σε τόσους αιώνες προσπάθησαν να τις σβήσουν. Οι αστρονομικές και μετεωρολογικές γνώσεις μεταλαμπαδεύτηκαν από την Αθήνα στην Αλεξάνδρεια και η «Αλμαγέστη» του Πτολεμαίου, όπως και τα «Μετεωρολογικά» του Αριστοτέλη διδάσκονταν μέχρι την Αναγέννηση σε όποιον πολιτισμένο κόσμο δημιουργούνταν και έσβηνε τότε. Από την Αλεξάνδρεια το φως της γνώσης μεταλαμπαδεύτηκε στην Αντιόχεια, από την Αντιόχεια στην Κωνσταντινούπολη και από την Κωνσταντινούπολη στη Δύση.
Η αναβίωση αυτής της ιστορικής διαδρομής της γνώσης και της έρευνας των γεωφυσικών φαινομένων μέσα στους τελευταίους 25 αιώνες ήταν το όραμα που οδήγησε σε αυτή την προσπάθεια αναμόρφωσης των κτηριακών εγκαταστάσεων και λειτουργιών του ΕΑΑ στο λόφο των Νυμφών. Είναι ο μοναδικός χώρος που έχει τόσο μεγάλη σημασία όχι μόνο για την ιστορία των επιστημών αλλά και για την ιστορία της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, γιατί είναι ο μόνος χώρος που έχει δύο ή και τρία κτήρια του Τσίλερ και ένα κτήριο του Θεόφιλου Χάνσεν σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κτήρια του Τσίλερ είχαν ίσως διαφύγει της προσοχής της αρχιτεκτονικής κοινότητας, διότι όλοι οι αρχιτέκτονες μετά τον Χάνσεν ασχολήθηκαν με την αποτύπωση αυτού του σπουδαίου μνημείου που δεσπόζει στην περιοχή. Είναι επίσης ενδιαφέρον να τονιστεί ότι και το κτήριο που στεγάζει τη Μεσημβρινή Τράπεζα αποτελεί ίσως το μοναδικό έργο που έφτιαξε ο Ερνστ Τσίλερ για να στεγάσει πειραματικό εργαστήριο.
Το Μουσείο Γεωαστροφυσικής περιλαμβάνει μερικά από τα σπανιότερα όργανα που είτε καθόριζαν το χρόνο είτε πραγματοποιούσαν αστρονομικές, γεωδετικές, μετεωρολογικές και σεισμολογικές μετρήσεις. Εκτός από τα μεγάλα τηλεσκόπια του 19ου αιώνα, εκτίθενται και μικρότερα όπως ο «Κύκλος του Borda», κατασκευής 1798, το οποίο χρησιμοποίησε η Γαλλική Χαρτογραφική Εταιρεία για τη χαρτογράφηση του Αιγαίου το 1810, και όργανα που πραγματικά έμειναν στην ιστορία, όπως μετεωρολογικά αυτογραφικά και σεισμολογικά όργανα του 19ου αιώνα. Επίσης εκτίθεται μία από τις πρώτες συσκευές μέτρησης του όζοντος στην Αθήνα, κατασκευής 1880, ένα ιστορικό όργανο, από τα πρώτα που μέτρησαν στη Ν. Ζηλανδία την τρύπα του όζοντος τη δεκαετία του 1880 και βεβαίως ιστορικές φωτογραφίες της Σελήνης και ο σπουδαιότατος χάρτης της Σελήνης του Σμιτ.
Μέσα στο Μουσείο φιλοξενείται η πλήρως ανακαινισθείσα και συντηρηθείσα ιστορική Βιβλιοθήκη του Αιγινήτου. Οι τόμοι συντηρήθηκαν και απεντομώθηκαν και αυτή τη στιγμή ταξινομούνται και τα εκατοντάδες χειρόγραφα παρατηρήσεων του 19ου αιώνα. Τα εκθέματα στο Μουσείο τοποθετήθηκαν σε συνεργασία με τον κ. Ε. Νικολαΐδη και πρόκειται να προκηρυχθεί μουσειολογική μελέτη για τη βελτίωση της παρουσίασης των εκθεμάτων και των υπόλοιπων χειρογράφων και φωτογραφιών του Ιδρύματος. Λεπτομέρειες για το όλο εγχείρημα θα μπορεί να βρει ο αναγνώστης στην υπό δημοσίευση πραγματεία της Ακαδημίας Αθηνών «Αι Επτάλοφοι Αθήναι και το Εθνικόν Αστεροσκοπείον Αθηνών» (Χρήστος Ζερεφός, Αρχιτέκτονες: Βασίλης Γκανιάτσας, Στέλιος Ζερεφός, Χρυσή Σταυροπούλου, Χρήστος Τέσσας, Αποκατάσταση Μνημείων: Γιώργος Παυλόπουλος, Μάρα Χατζηνικολάου, Ιστορικοί: Ευθύμιος Νικολαΐδης, Όλγα Δακουρά¬Βογιατζόγλου, Συνεργάτες: Μωυσής Κουρουζίδης, Σπύρος Μούντριχας, Μεταξία Τσουκάτου).
Του Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού, προέδρου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών
Φωτογραφίες: Στέλιος Χ. Ζερεφός, Β. Γκανιάτσας, Ε. Νικολαϊδης